Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ ΜΟΥ Η ΣΗΜΑΙΑ, ΕΧΕΙ ΧΡΩΜΑ ΓΑΛΑΝΟ...

25η Μαρτίου. Σαν τώρα θυμάμαι πριν χρόνια που η δασκάλα μου στο δημοτικό μου ανάθεσε να πω το ποίημα ''Της πατρίδας μου η σημαία''. Ανέβηκα λοιπόν στη σκάλα και άρχισα με το πρώτο κουπλέ.
Το πλήθος από κάτω παραληρούσε...
- Της πατριιιιιιιίδας μου η σημαίιιιιιιιιια έχει χρώωωωωωμα  γαλανόοοοοοοο μπλα μπλα μπλα....

Και εκεί που λέτε στα 7 μου χρόνια με έπιασε το πρώτο μου stage fright.
Κολλάω. Δεν θυμάμαι τίποτα παρακάτω. Στέκομαι σαν αγγούρι στη σκάλα. Τα κωλόπαιδα οι συμμαθητές μου χασκογελούν. Εγώ κόκκινος, ασορτί με το μπλουζάκι μου. Από κάτω στεκόταν και ''Εκείνη με τα ροζ κοκαλάκια και τα ποιηματάκια που θα μάθετε'' που λέει και ο Δεληβοριάς.

Αμ δε που θα μάθουμε. Εγώ δεν το χα μάθει. Ξεφτίλα στο γκομενάκιον. Η μαμά μου επίσης ολίγον ντροπιασμένη ένιωθε την ανησυχία μου. Ξεφτίλα οικογενειακώς. Που να κρυφτώ. Η καλή μου δασκάλα αναλαμβάνει να σώσει την κατάσταση. Ως από μηχανής θεός, έρχεται πίσω από τη σκάλα και αρχίζει να μου λέει το ποίημα σκονάκι. Με τα χίλια ζόρια, ολοκληρώνεται η ωδή προς την πατρίδα. Έτσι που λέτε, το πρώτο σκονάκι, μου το ψιθύρισε η δασκάλα μου. Τι να πω. Πάρτε παράδειγμα για αργότερα.

Να σας πω και την πλήρη αλήθεια, είχα χάσει το ποίημα και ντρεπόμουν να το πω στη δασκάλα. Είχα μάθει το μισό όταν το χασα και αποφάσισα να ανέβω στη σκηνή με τη λογική 7χρονου που θεώρησε ότι θα του έρθει η επιφοίτηση εκείνη την ώρα. Και να, είδατε τι συνέβη? Αυτά είναι τα παιδικά τραύματα που μένουν. Και γαμώ την 25η Μαρτίου.


Να μην πω για την παρέλαση. Αυτό το ρατσιστικό, να μπαίνουν οι ψηλοί και οι ψηλές μπροστά μ έκανε πάντα να βγάζω σπυριά. Έχουμε που έχουμε τον πόνο μας ρε δάσκαλε να ούμε, εμείς οι μετρίου αναστήματος, μας έφτυναν από το νηπιαγωγείο αι ψηλαί υπάρξεις, έρχεσαι κι εσύ να μας στείλεις στα τάρταρα των πίσω σειρών. Ρε μάστορα τι θες τώρα να μας κάνεις κομπλεξικούς?
Και γιατί να μην πηγαίνουν οι κοντοί μπροστά? Αφού οι ψηλοί βλέπουν κι από πίσω. Στις συναυλίες πώς κάθονται πίσω? Αφήστε τα. Σάπιο το εκπαιδευτικό σύστημα.
Και μετά αναρωτιόταν οι καθηγητές στο Λύκειο γιατί την κοπανούσα στις παρελάσεις.
Μπα? Τι λες? Σ αρέσει ο πουρές? Δεν το ξερά να κάνω τον κομπάρσο των ψηλών, να μου παίρνουν όλη τη δόξα και εγώ να ψυχορραγώ εκεί πίσω στην ουρά. Και να μου πετάνε και στραγάλια οι απ έξω.

Αυτά. Θα ήθελα για επίλογο να ζητήσω συγνώμη από τον Θεόδωρο, τον Γεώργιο, την Λασκαρίνα και τους υπόλοιπους ήρωας που δεν τους ετίμησα με την παρουσία μου κάποιες φορές αλλά ετέθη θέμα ψυχικής υγείας και όπως καταλαβαίνετε δεν. Αλλά θα σας εκτιμώ έστω και απών. Ζήτω το Έθνος. 

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

ΜΑΝΟΥΛΑ ΕΚΑΨΕΣ ΚΑΡΔΙΕΣ


Και εκεί που η αγαπημένη μου μανούλα με έψησε να της ανεβάσω φωτογραφία στο FB η οποία παρεμπιπτόντως έκανε πάταγο, μου πετάει έτσι στο μπάμ και τη νέα της ιστοριούλα. Καλά γέλια...

- Που λες σήμερα παιδί μου τι έπαθα. 
- Τι mom?
- Να πήγα στο συνεργείο να δω τ αμάξι αν το φτιάξανε κι ήταν εκεί μπροστά ένας μάστορας, μια αγριόφατσα.
- E και?
- Και λέω άπαπα κοίτα μούτρα, είναι κι ασχημομούρης.
- Μάλιστα.
- Και όπως πάω να ρωτήσω για το αμάξι, μου χαμογελάει και τι μου λέει?
- Τι ρε μάνα?
- Κυρία μου είστε πολύ όμορφη.
- Εχχεχχχεχε και?
- Ε να και κοιτάω το Θανάση το μάστορα τον άλλο και του λέω, καλέ σε μένα τα λέει αυτός? Και μου λέει ο Θανάσης. Ναι ψάχνει για νύφη. Και του λέω. Εμένα βρήκε?
- Αχααχχαχααχχαχαχαχαχα και τι έγινε μετά?
- Ε να με ρωτάει αυτός. Πόσο χρονών είστε? Του λέω 65. Αααα μου κάνει. Νεότατη. Ε ευχαριστώ του λέω κι εγώ. 
- Ααχαχχαχαχαχαχα (έχω λιώσει) και για πες. 
- Και γυρνάω στο Θανάση και του λέω. Βρε συ αυτός εδώ την ψάχνει τη νύφη? Ε ναι μου λέει και τη θέλει και με προίκα. Να χει ένα σπίτι. Και του λέω. Τι να το κάνει το σπίτι. Δεν βλέπει τώρα που τους βάζουν τα χαράτσια και τους τα παίρνουν.?
- Αχχααχχαχαχαχαχαχα. Και τι είπε?
- Ε μου λέει δεν ξέρω τι θέλει αυτός. Και του λέω κι εγώ του Θανάση. Βρε συ. Δεν βγαίνεις εσύ να δουλεύεις μπροστά στο μαγαζί να βάλεις αυτόν πίσω που σαι και ομορφόπαιδο? Αυτός δεν έχει ελπίδα.
- ΧΑΑΧΧΑΧΑΧΑΑΧΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
- Ε ναι. Δεν ξέρει ο βλάκας. Πάει και δουλεύει στο βάθος μες τη μουτζούρα. Τι να πείς. 
- Μάνα έκαψες καρδιές
- Καλά και που να χα βάλει και τις κρέμες μου να χα παει και κομμωτήριο, να δεις τι θα πάθαινε.
- ΑΧΑΧΧΑΧΑΧΑχαχαΑΧΧΑ. Και μετά?
- Ε παίρνω το αμάξι και φεύγω και του λέω: Καλή τύχη.
-ΑΧχαχαχαχαχαχαχαχα. Τον αποτελείωσες. (νταξ έγραψε πάλι)



Δευτέρα 18 Μαρτίου 2013

Ο ΜΠΛΕ ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ

Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν....


...στο υπόγειο μιας μεγάλης πολυκατοικίας στεκόταν μονάχος σε μια γωνιά, ένας όμορφος μπλε χαρταετός.
Και τι δεν είχε περάσει εκεί μέσα. Κρύο τον χειμώνα, υγρασία και ζέστη το καλοκαίρι. Τα πάνδεινα. Άντεχε όμως. Ο μπάρμπα Πέτρος που τον κατασκεύασε, τον είχε φτιάξει από εξαιρετικά υλικά. Ο σκελετός του ήταν από ξύλο, ελαφρύ, καλαμίσιο, αλλά γερό κι ευλύγιστο, όχι σαν κι αυτά τα κόντρα πλακέ που βάζουν στους άλλους. Τον είχε ντύσει με μπλε και λευκό χαρτί πρώτης ποιότητας και του χε φορέσει και σκουλαρίκια χάρτινα, χρυσά βαμμένα, μεγάλα σαν κι αυτά που φοράνε οι πειρατές. Πόσο όμορφος ήταν. Και στο τέλος του πρόσθεσε και μια μακρυά γαλάζια ουρά, τόσο μεγάλη που άλλος χαρταετός δεν είχε.


Ήταν πια ένας γέρικος χαρταετός. Τον είχε αγοράσει ο κυρ Θανάσης για τα παιδιά του και τον έβγαζαν έξω να πετάξει μια φορά το χρόνο, την Καθαρά Δευτέρα. Κάποιες φορές τον άφηναν εκεί κάτω στην αποθήκη για δύο ή και τρία χρόνια, αλλά τόσον καιρό δεν τον είχαν ξεχάσει ποτέ. Κι αυτός υπομονετικά περίμενε κάθε φορά πότε θα έρθει η μία και μοναδική μέρα που θα ξανανέβαινε στον ουρανό.

Μια καινούργια χρονιά λοιπόν είχε φτάσει. Είχε μπει ο Φεβρουάριος και οι μέρες για την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς πλησίαζαν. Ο χαρταετός ανυπομονούσε. Ήθελε τόσο να πετάξει. Άραγε φέτος θα τον ξέχναγαν πάλι? Η αγωνία του ήταν μεγάλη. Δυο μέρες πριν την Κυριακή λοιπόν στο υπόγειο που περίμενε, εμφανίστηκαν δυο αρουραίοι.


 Αφού εξερεύνησαν το χώρο με τις τριχωτές μουσούδες τους, σταμάτησαν μπροστά στον χαρταετό.
''Πολύ όμορφος μου φαίνεται αυτός εκεί ο χαρταετός'' είπε ο ένας.
''Και πολύ νόστιμος'' συμπλήρωσε ο άλλος
Ο μπλέ χαρταετός ανήσυχος άκουσε την κουβέντα και αποφάσισε να μιλήσει.
''Για καθίστε καλά, σας παρακαλώ πολύ, δεν είμαι εγώ φτιαγμένος για τα δόντια σας'' τους φώναξε.
''Γιατί τι θα μας κάνεις?'' του απάντησε ο ένας αρουραίος περιπαικτικά.
''Εγώ λέω να ξεκινήσουμε να τον ροκανίζουμε από κει κάτω δεξιά,'' σχολίασε αδιάφορα ο άλλος γεμάτος όρεξη.
Ο χαρταετός ένιωσε την απειλή να τον κυκλώνει. Αλλά τι θα μπορούσε άραγε να κάνει? Ένας χαρταετός ήταν που είχε δύναμή μονάχα στον αέρα. Εδώ κάτω στην αποθήκη ήταν ένα απλό κομμάτι χαρτί. Σκέφτηκε να τους παρακαλέσει.

'' Φίλοι μου σας ικετεύω. Μην μου κάνετε κακό. Μεθαύριο είναι Καθαρά Δευτέρα και θα έρθουν να με πάρουν να πετάξω. Αφήστε με για μια τελευταία φορά και μετά ελάτε να μου κάνετε ότι θέλετε. Δεν θα με πειράξει. Για μια τελευταία φορά μόνο.
Οι αρουραίοι γέλασαν δυνατά.
''Κι εμείς τι θα κερδίσουμε με το να περιμένουμε?. Ίσα ίσα που θα μείνουμε πεινασμένοι άλλες δυό μέρες'' είπε ο μεγαλύτερος
''Και δεν ξέρουμε κιόλας αν θα επιστρέψεις'' είπε χασκογελώντας ο άλλος.

Ο μπλε χαρταετός απογοητεύτηκε. Οι ποντικοί ήταν αποφασισμένοι. Δεν μπορούσε να αποτρέψει το κακό. Και το κακό έγινε. Ο πρώτος πεινασμένος ποντικός άρχισε να του ροκανίζει το καλάμι και ο δεύτερος πήρε φόρα και έπεσε με δύναμη πάνω του σκίζοντας του το χαρτί. Ο πόνος ήταν αφόρητος και στο τέλος αυτό που έμεινε στον χαρταετό ήταν όλα κι όλα δυό μισοφαγωμένα καλάμια κι ένα κατατρυπημένο χαρτί. Ήταν πολύ λυπημένος. Δεν μπορούσε να κάνε τίποτα πια.


Η Καθαρά Δευτέρα είχε φτάσει και ο κυρ Θανάσης με τα παιδιά του κατέβηκαν στην αποθήκη. Προς απογοήτευση τους είδαν τον χαρταετό σε κακό χάλι.
''Πω πω κρίμα, χάλασε ο χαρταετός μας. Μα τι έπαθε? είπε στεναχωρημένο το ένα παιδί''
''Πρέπει να τον έφαγαν τα ποντίκια'' είπε το άλλο
''Τι κρίμα'' είπε ο κυρ Θανάσης. ''Μην στεναχωριέστε όμως παιδιά μου. Θα πάρουμε έναν καινούργιο. Πιάστε τον τώρα αυτόν να τον βγάλουμε έξω να τον πετάξουμε''

Και έτσι ο όμορφος μπλε χαρταετός βρέθηκε στα σκουπίδια, πιο στεναχωρημένος και θλιμμένος από ποτέ. Είχε αποδεχτεί πως δεν θα πετούσε ποτέ ξανά. Περίμενε λοιπόν το τελευταίο στάδιο. Να έρθει το σκουπιδιάρικο να τον μαζέψει.

Καθώς περίμενε απελπισμένος, άκουσε δυο παιδικές, κοριτσίστικες φωνές
''Ζωή, κοίτα. Ένας χαρταετός. Τι όμορφος που είναι.'' φώναξε με ενθουσιασμό το ένα κορίτσι
''Ναι αλλά είναι σκισμένος Ελπίδα'' αποκρίθηκε το άλλο
Καθίσαν για λίγο να τον περιεργαστούν. Τον πήραν στα χέρια τους. Ο χαρταετός τότε έκπληκτος άκουσε την Ελπίδα να λέει:
''Κι όμως νομίζω ότι μπορεί να ξαναπετάξει. Να τον πάμε στον μπαμπά να δούμε τι μπορεί να κάνει''.

Κι έτσι τον πήραν μαζί στο σπίτι. Ο πατέρας τους μόλις άκουσε την ιστορία, χαμογέλασε και τους υποσχέθηκε να προσπαθήσει να τον ξαναφτιάξει . Πήρε λοιπόν καινούργιο χαρτί, άλλο καλάμι, τον ξαναζύγιασε τον κόλλησε και έστειλε τη Ζωή να αγοράσει μια μεγάλη καλούμπα.
''Τώρα κορίτσια είναι όλος δικός σας. Τρέξετε για το λόφο να τον αμολήσετε!''

Τα κορίτσια έτρεξαν ανυπόμονα στον κοντινό λόφο και τον άφησαν να πετάξει. Ναι ο χαρταετός ζούσε και πάλι. Ήταν τόσο ευτυχισμένος. Τόσο τυχερός που τον βρήκαν αυτά τα δύο μικρά κορίτσια. Το μόνο που τον κρατούσε πια στη γη ήταν ο μακρύς σπάγκος που τον πήγαινε εδώ και κει όπου φύσαγε ο αέρας. Η χαρά του ήταν απερίγραπτη.

Και τότε έγινε αυτό που κανείς δεν περίμενε. Ο σπάγκος κόπηκε. Ο χαρταετός άρχισε να ανεβαίνει όλο και πιο ψηλά. Τώρα δεν τον κρατούσε τίποτα στο έδαφος.


''Ζωή, Ζωηηηη, ο σπάγκος κόπηκε, ο χαρταετός έφυγε ψηλά. Τι θα κάνουμε. Τι θα κάνουμε!!''
''Τίποτα Ελπίδα. Τώρα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα '' απάντησε η Ζωή. ''Μην λυπάσαι όμως. Νομίζω ότι κι ο χαρταετός μας τελικά αυτό θα ήθελε περισσότερο. Να πετάξει όσο πιο ψηλά γινόταν. Άφησε τον. Τώρα ανήκει στον ουρανό''
Η Ελπίδα την κοίταξε γεμάτη απορία. Μετά γύρισε και κοίταξε τον χαρταετό που χανόταν ανάμεσα στα σύννεφα. Χαμογέλασε. Τώρα πια ήταν ελεύθερος.

Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

ΜΗ ΜΕ ΞΥΠΝΑΣ ΑΠ ΤΙΣ ΕΞΙ


Ντριιιιν. Τελέφωνον. Το γνωστό νούμερο τράπεζας με τα πολλά μηδενικά:

- Κυριε Λαμπρίδη καλημέρα σας. 
- Καλημέρα.
- Θα θέλαμε να σας κάνουμε μια προσφορά για την εξόφληση του λογαριασμού σας μέσω πιστωτικής που σας προσφέρουμε και μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα (περνάει ενα τέταρτο)
- Μάλιστα. Εμ ωραία η προσφορά σας.
- Σας ενδιαφέρει?
- Ναι αμέ, άλλη μια πιστωτική κάρτα να έχω θα ήταν φανταστικό χωρίς να δουλεύω
- Α δεν εργάζεστε?
- Οχι και δεν το βλέπω σύντομα.
- Κύριε Λαμπρίδη λυπάμαι πάρα πολύ αλλά δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε στην έκδοση της πιστωτικής κάρτας.
- Όχι ρε κοπελιά μην μου το κάνεις αυτό.
- Δυστυχώς δεν γίνεται
- Κρίμα μωρέ. Και με είχες ψήσει. Δεν πειράζει. Ξαναπάρε με το 2018. Μπορεί και να χω βρει τίποτα.
- Εμ ναι. Καλημέρα.
- Καλημέρα.

Απλά θα πω ότι, η εκδίκηση για τα ξυπνήματα 9 το πρωί απ τις τράπεζες τόσα χρόνια είναι γλυκειά....






Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013

ΚΑΝΕ ΜΙΑ ΑΝΩΜΑΛΙΑ. ΚΑΝΕ ΕΝΑ ΚΙΤ ΚΑΤ

Από την εκδρομή μας λοιπόν στο Βερολίνο την τελευταία μέρα αυτό που θα χουμε να θυμόμαστε εφ όρου ζωής είναι η επίσκεψή μας σε ένα κλαμπάκι που ονομάζεται Κιτ Κατ. Kάντε ένα διάλειμμα που λέει κι η διαφήμιση και διαβάστε...



Η φίλη μας η Έβελυν που λέτε, μένει μόνιμα στο Βερολίνο. Έτσι λοιπόν το τελευταίο μας βράδυ, θέλησε να μας πάει κάπου ξεχωριστά. Έτσι σκέφτηκε να μας πάει στο Κιτ Κατ το οποίο δεν έχει καμία σχέση με το γνωστό σοκολατί γκοφρετίδιο. Και μας προειδοποιεί:
- Παίδες εκεί που θα πάμε δεν είναι ένα συνηθισμένο κλαμπ.
- Δηλαδή πως είναι?
- Ε να εκεί μέσα πάνε λίγο εκκεντρικά άτομα.
- Ε εντάξει ρε 'Εβελυν. Κι εμείς τέτοια είμαστε....

Περνάει λοιπόν η ώρα και την περιμένουμε να ρθει να φύγουμε. 
Εμφανίζεται κατά τις 2 με κάτι στολές παραμάσχαλα.
- Τι ειν αυτά καλε?
- Στολές. Πρέπει να τις βάλουμε αλλιώς δεν μπαίνουμε μέσα.
- Σωπα ρε και τι στολές είν αυτές?
- Να δείτε...



Ε και όπως βλέπετε, η μικρή Ολλανδέζα, Ο Μπάτμαν, Ο Φαραώ, μια Πειρατίνα που λείπει και ένας τύπος απροσδιορίστου στολής είπανε να βγούνε για μια ευχάριστη βραδιά. Μάλιστα. Ρε συ Έβελυν της λέω τι είν εκεί? Μασκέ? Έχουν Απόκριες νωρίς εδωπέρα? Θα δεις μου λέει. Φόρα τη στολή. Ε και ντύθηκα κι εγώ έτσι απλά. Μπάτμαν.
Στην αρχή, η στολή που μου χε κάτσει ήταν Φαραώ, αλλά για το λόγο ότι στη στολή του Μπάτμαν ο ξάδερφος Κως δεν έμπαινε είπαμε να κάνουμε την τράμπα. Τα αποτελέσματα μας δικαίωσαν.



Τι άτομο ρε παιδιά ειν αυτό. Όχι πέστε μου. Τέλος πάντων. Σκάμε που λέτε 2 το βράδυ στο μαγαζί. Στην πόρτα τύπισα μας υποδέχεται αλλά δεν αφήνει τον άλλο μου ξα τον Χριστάκη να μπει γιατί λέει δεν είναι σωστά ντυμένος. Ε ναι ρε συ Χριστάκο, που πας μόνο με μια μπλούζα που έχει τρύπες στη ρώγα να μπεις μέσα στο μαγαζί. Πας καλά? Πολύ φλώρικο. Πρέπει να γίνεις πιο Extreme. Ε με τα πολλά τα καταφέρνουμε και μπαίνουμε. Ε και με το που μπαίνουμε τι να δουν τα ματάκια μου.




Στον προθάλαμο, ημίγυμνοι σφίχτες κυκλοφορούν παντού, ξώβυζες με δερμάτινα κολάρα και μαστίγια και ένας γκαρνταρομπιέρης όπου το μόνο που φόραγε ήταν μια κόκκινη κορδέλα δεμένη στο ματζαφλάρι του. Μάνα μου τι ζω. Νομίζω ότι παίζω σε ταινία.
- Ρε μαλάκες τι γίνεται εδώ μέσα?
- Έτσι είναι όλο το μαγαζί. Κάτσε δεν έχεις δει τίποτα ακόμα
- Ρε μαλάκες δεν θα φύγουμε σώοι. Ταυτότητες έχετε να μας αναγνωρίσουν τα πτώματα μετά.?
- Έλα σώπα ρε. Μια χαρά ασφαλής είναι. Οι μισοί εδώ μέσα είναι δικηγόροι και γιατροί.
- Ρε τους επιστήμονες. Ε για να δούμε τι θα δούμε.
Και μπαίνουμε στο κυρίως γεύμα.


Το κλαμπ, νταμπαντουπάδικο μέχρι αηδίας και οι πάντες μέσα ημίγυμνοι με σώβρακα, Gay, Lesbians, ένας χαμός. Κάτι τύπισες με μαστίγια με το που μας βλέπουν θέλουν να μας μαστιγώσουν. Οκ εντάξει. Ο Κωστάκης είναι ντυμένος Φαραω και καλά, αλλά περισσότερο μοιάζει κάτι ανάμεσα σε αρχηγό χαμένης φυλής των Ινκας και μεγαλοντίλερ κόκας. Ο λαός εκεί μέσα με το που τον βλέπει έχει αλαλιάσει. Wow μεγάλε και δώστου χαι φαιβ και τα ρέστα. Εγώ ψάχνω τοίχο να κολλήσω τον κώλο μου. Βρίσκουμε τελικά μπαράκι για άραγμα όπου η μια μπαργούμαν είναι  κλασσικά με τα βυζιά έξω και η άλλη είναι με ολόσωμο μαύρο φόρεμα. Ε λέω να ένα σοβαρό κορίτσι επιτέλους. Παραγγέλνω σ αυτήν ένα Γιεγκερμαϊστερ και όπως γυρίζει να πιάσει το μπουκάλι βλέπω το πίσω μέρος του φορέματος της...



Το αυτό χωρίς βρακί. Μάλιστα. Περιμένοντας να μου φτιάξει το ποτό μου, έχω πάθει ένα πολιτισμικό σοκ. Όταν λέμε την έκφραση της παρτόλας, θα πρεπε να χει δίπλα το λεξικό φωτογραφία του Κιτ Κατ. Παίρνω το ποτάκι μου και ακουμπάω στο μπαρ. Σε κάποια στιγμή νιώθω δίπλα μου και προς τα κάτω ένα έντονο σκούντημα. Μα τι γίνεται, αναρωτιέμαι. Κοιτάζω προς τα κάτω και τελικά δεν ήταν τίποτα σοβαρό. Ένας τύπος είχε ξαπλώσει μια γκόμενα πάνω στα πόδια μου και την έγλειφε. Απλά πράγματα...


Δεν ξέρω πόσο φυσιολογικά θα μπορούσες να πάρεις ένα τέτοιο γεγονός αλλά τελικά ήταν θέμα προσαρμογής. Όσο περνούσε ο χρόνος ένιωθα και πιο άνετα, βοήθησε και το ποτό κι έτσι ντυμένος απλά και λιτά με την μαύρη μου κάπα παρακολουθούσα τα τεκταινόμενα  Να σας πω την αλήθεια δεν είχα φρικάρει και τόσο πολύ.  Ένιωθα μια σχετική ασφάλεια γιατί έπιανα στα μάτια των υπολοίπων που με κοιτάζανε ότι τον Μπατμαν τον σκιάζονταν λιγουλάκι. Και λογικό γιατί σου λέει τώρα τι ψυχάκι είναι αυτό που έσκασε εδώ ντυμένος νυχτερίδα, μες τους τσίτσιδους  Όσο να ναι μια άλφα διαταραχή θα την έχει. Μπορεί να κουβαλάει και κάνα σπαθί από μέσα. Αστον να πάει στην ευχή. Και δεν με πολυπλησιάζανε που λέτε. Μέχρι τη στιγμή που η μοίρα επέλεξε να μου στείλει δίπλα μου το άτομο που έμελλε να στιγματίσει τη βραδιά.



Μαλάκα λέω δεν παίζει αυτό. Μου κάνει πλάκα ο Θεός. Αποφάσισα να ντυθώ Μπάτμαν και έσκασα μέσα σε παρτολάδικο στο Βερολίνο και πετυχαίνω λούγκρα ντυμένη Ρόμπιν με βρακί? Έλεος. Με γυρίζουν ταινία δεν εξηγείτε. Που ναι οι κάμερες να χαιρετήσω.

Ο Ρόμπιν που λέτε με τσεκάρει και σκάει κατά δώθε.  Ε να μην φανώ αγενής του δίνω ένα χαι φαιβ τσουγκρίζουμε τα ποτά μας, μου λέει κάτι ακαταλαβίστικες Αγγλογερμανικες μαλακίες και παίρνω τον πούλο λίγο κατά πέρα για να μην νομίζει ότι θέλω να τον πάρω και κυριολεκτικά. Γιατί ο Ρόμπιν όπως προείπα μάλλον την κούναγε την αχλαδιά και σου λέει, ''Μαλάκα ντύθηκα Ρόμπιν και βρήκα εδώ μέσα τυχαία ποιον? Τον Μπάτμαν? Με αγαπάει ο Θεός των Gay'' Θεέ μου. Λοιπόν φίλε Ρόμπιν, τα παμε, τσουκρίσαμε οκ. Φτάνει...


Που λέτε πάω στη βάση μου πίσω πάλι. Ξέρετε, στο ασφαλές μπαράκι με τις ξέκωλες-ξώβυζες όπου πέφτουν γλυφομούνια στο πάτωμα.  Home sweet home. Ο Ρόμπιν καραδοκεί αλλά δεν του κάνω τη χάρη. Κρατάω απόσταση. Αλλά άμα θέλει η πουτάνα η μοίρα σου να μπλέξεις θα μπλέξεις. Και μετά από 2-3 Γιεγκερμαϊστερ που λέτε, τι παθαίνω? Κατουριέμαι...



Πρόβλημα πρόβλημα, πες μου πως το λύνεις. Και δεν ντύθηκα και Αστυνόμος Σαΐνης να ούμε που είναι και αντισέξουαλ και δεν σου κάνει και κούκου να τον γαμήσεις. Ήμουν ο Μπάτμαν που όσο να ναι αν είσαι γκει θα τό ψηνες να σε κανονίσει αυτός ο μαυροντυμένος τύπος με τη μάσκα. Ωιμέ.

Όλα αυτά περνάνε απ το μυαλό μου και σκέφτομαι πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο να κατουρηθώ πάνω μου παρά να πάω στις τουαλέτες του Κιτ Κατ. Αλλά λέω: Ρε μαλάκα, άντε γαμήσου ποιος θα τολμήσει να ενοχλήσει τον Μπάτμαν. Πρόταξε τα στήθη σου και πήγαινε. Ε και πήγα.


Στις τουαλέτες του Κιτ Κατ λοιπόν τα πράγματα είναι όπως έξω σε ανωμαλία αλλά Χ 10. Τέσσερις τουαλέτες στη σειρά με πόρτα, σφίχτες ημίγυμνοι παντού περιμένουν και μόλις ανοίγει μια πόρτα μπουκάρουν δύο δύο μέσα. Μάλιστα. Εγώ με το αυστηρό μου ύφος, δίνω στον κόσμο να καταλάβει ότι με άλλον δεν μπαίνω τουαλέτα. Περιμένω υπομονετικά, ώσπου τσουπ μια τουαλέτα αδειάζει. Φεύγω σφαίρα σαν σούπερ ήρωας που είμαι, μπαίνω μέσα και διπλοκλειδώνω. Ουφ. Όλα οκ. Άντε να κατουρήσω. Χμ. Πως να κατουρήσω τώρα που η στολή είναι ολόσωμη? Ε πως? Θα πρέπει να τη βγάλω ολόκληρη και τώρα είναι ένα ρίσκο να γδυθείς εκεί μέσα γιατί δεν ξέρεις από που θα σου ρθει. Ε και τι να κάνω. Αποφασίζω να σκίσω τη στολή στο επίμαχο σημείο κοντά στο φερμουάρ για να βγάλω το Γιαννάκη έξω να δει τα πλακάκια. Και χρααατς....


Ααααχ. Ξαλάφρωσα. - Γιαννάκη όλα καλά? - Καλά αφεντικό. Βάλε με μέσα τώρα γιατί δεν νιώθω και πολύ καλά εκτεθειμένος εδωπέρα. - Εντάξει αγόρι μου. Πέσε κοιμήσου τώρα - Πάω -Άντε καλό βράδυ. Κι έτσι που λέτε αποχαιρετώ το Γιαννάκη, τον βάζω στο σλιπάκι, ανοίγω το πορτάκι και βγαίνω διαδρομάκι. Κι εκεί νε την πουτάνα την τύχη μου, ποιόν βλέπω? Τον Ρόμπιν. Ω ρε φίλε. Έπιασα το Τζόκερ.



Μαλάκα μου. Γέλασαν και τα μουστάκια που δεν είχε. Tον πούστη τον κωλόφαρδο είδατε πως τον πάει? Και μου πιάνει ξανά κουβέντα.
- Hey Batman, you here?
- Me here γαμώ το φελέκι σου my dear friend Robin. Even Batman have to take a pee. You ok?
- Yeeeah. Fine
- Πως να μην είσαι fine βρε τριμάλακα, αφού με πέτυχες στην τουαλέτα, γαμώ την κωλοφαρδία σου.
- What did you said?
- Nothing my friend. I said that i was fine too
Κι εκεί που ο Ρομπας αρχίζει το χλιμιτζούριασμα, διακόπτει την κουβέντα τρίτο τυπάκι το οποίο δεν πιστεύει στα μάτια του ότι έχει βρει στις τουαλέτες του Κιτ Κατ, δύο Σουπερ ήρωες να μιλάνε για κατούρημα.



- Hey man thats fantastic. Batman and Robin toghether at the toilet? I have to take a picture of you two.
- Οκ ρε μεγάλε. Τράβα μας και μια φωτογραφία να μας κάνεις τσιμπούκι διεθνώς.
- What?
- Nothing. Τελείωνε.
Ε και που λέτε μας τραβάει μια. Φωτογραφία. Χαιρετώ τον συνάδελφο Ρόμπιν και γυρνάω στην παρέα μου αφήνοντάς τον μισοαπογοητευμένο που δεν του πρότεινα να λύσουμε καμιά υπόθεση.


Δηλαδή δεν μπορούσε να μου κάτσει κάνα τέτοιο έστω και μέτριο γυναικείο δίδυμο? Γαμώ την καταδίκη μου. Τες πα. Γυρίζω πίσω που λέτε και τους λέω ποιόν πέτυχα στην τουαλέτα. Αρχίζουν τα παιδιά τα γέλια, μέχρι που η Εβελυν κοιτάζει την τρύπα που αν θυμάστε έκανα στην τουαλέτα στη στολή μου στο σημείο G. Εκεί της κόβεται το γέλιο και με κοιτάζει έκπληκτη. Την κοιτάζω και αυτόματα πιάνω το συνειρμό.
- Ωχ. Εβελυν, δεν είναι αυτό που νομίζεις...
- Πως έγινε αυτό ρε Πάνο?
- Να δεν μπορούσα να κατουρήσω με τη στολή και αναγκάστηκα να κάνω τρύπα. Μην μου στεναχωριέσαι όμως θα το ράψω.
- Είπα κι εγώ ρε συ. Τρελάθηκα. Χαχαχα. Δεν πειράζει οκ. Θα το ράψουμε.
- Ε ναι ρε συ τι νόμιζες δηλαδή. Χίλια σορι μωρέ που το σκισα αλλά όπως καταλαβαίνεις βρέθηκα σε πολύ δύσκολη θέση.
- Χαχαχα. Ναι ρε συ οκ.


Πω πω. Λοιπόν είδατε ρε παιδες πως μπορείς να παρεξηγηθείς να ουμ απ το πουθενά. Τέλος πάντων όλα καλά ηρεμήσαμε λίγο, ήπιαμε και κάτι τελευταία και μιας και ξημέρωσε κινήσαμε για το δωμάτιο μας.

Έτσι που λέτε τελείωσε ευτυχώς αναίμακτα η τελευταία μας έξοδος στο Βερολίνο. Ωραία ήταν γελάσαμε, καλά περάσαμε και πλέον γυρίσαμε στο Ελλάντα να περάσουμε τις original απόκριες. Κι αν με ρωτήσετε τι θα ντυθώ να σας πω. Οτιδήποτε άλλο εκτός από Μπάτμαν. Γιατί το δις εξ αμαρτείν που λένε φίλοι μου, ουκ ανδρός σοφού. Έτσι δεν είναι?...



Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...