Κυριακή 12 Μαΐου 2013

ΜΠΑΡ ΟΥΕΣΤ

Μια φορά κι ένα καιρό σ ένα μακρινό νησί του Αιγαίου, ζούσε ένα όμορφο άσπρο άλογο. Περνούσε που λέτε ανέμελα τη μέρα του στα χωράφια, τρώγοντας  πίνοντας και βολτάροντας all around. Μια ανοιξιάτικη μέρα όμως βαρέθηκε στο χωράφι, ε και τι να κάνει, είπε να κατέβει στο διπλανό χωριό να μπει σ ένα μπαρ να πιεί μια μπύρα... Ε τι λέτε? Γαμώ δεν αρχίζει το story?


Λοιπόν αν νομίζετε όμως ότι αυτό είναι η αρχή από ανέκδοτο εγώ θα σας πω αγαπητοί μου αναγνώσται, ότι δυστυχώς επέσατε όξω. Η ιστορία είναι πέεεερα για πέεεερα αληθινή και ολοζώντανη όπως ήταν το καημένο το αρνάκι πριν θυσιαστεί στο βωμό της σούβλας του Πάσχα. Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα απ την αρχή.


Άλλο ένα Πάσχα λοιπόν στο γνωστό αγαπημένο μας νησί, τη Λέσβο και ήμουν σχεδόν σίγουρος ότι δεν υπήρχε περίπτωση να μην βγει νέα ιστορία από την φετινή επίσκεψη. Θα έπαιζα και τα ρέστα μου.

Στο χωριό μου, τη Βρίσα Λέσβου λοιπόν, έχω ένα φίλο που τα ίχνη του δεν έχω χάσει, το Θανάση. Και που όπως λέει και το γνωστό άσμα έχει και στέκι. Το στέκι του Θανάση λοιπόν είναι το ίντερνετ καφέ που διατηρεί στο κέντρο του χωριού το επονομαζόμενο και καφέ ''Καρμα''. Χάρμα. τίτλος δεν είναι  τυχαίος αφού το χε το πεπρωμένο μας να ζήσουμε εκεί δυο βραδιές ανεπανάληπτες.  Και εξηγώ.

Την Κυριακή του Πάσχα λοιπόν σαν ευσεβείς χριστιανοί είπαμε να τηρήσουμε τα έθιμα. Ε και πήγαμε να παίξουμε χαρτιά. Χμ ναι. Αυτό είναι την Πρωτοχρονιά ε?  Αλλά δε γαμιέται. Δεν φτάνει που τα κάνουμε, πρέπει να τα τηρούμε με τη σειρά? Το λοιπόν. Πάμε που λέτε στο καφέ του Θανάση το βραδάκι να παίξουμε μια παρτίδα πόκερ.


Όλα καλά μέσα στο μαγαζί, το χουμε στρώσει οργανωμένα με τις μάρκες μας τα Heig μας και τα λοιπά παρελκόμενα. Let the game begin.

Μέσα στο μαγαζί εκτός από μας όμως υπάρχουν και παιδιά που ζουν στο χωριό κι έχουν φάει το χειμώνα με το κουτάλι. Ε κι όταν μένεις σε ένα χωριό με 300 κατοίκους το χειμώνα τι κάνεις? Ε τι κάνεις. Πίνεις. Λογικό. Εγώ αν έμενα πιθανόν να άρχιζα το LSD αλλά αυτό είναι ένα θέμα που θα σχολιάσω σε άλλο κείμενο γιατί η αλήθεια είναι ότι μου χει περάσει κι απ το μυαλό.

Λοιπόν τι λέγαμε. Α ναι. Πιόμα. Ε ναι. Και αν το συνδυάσεις με Κυριακή του Πάσχα αυτό προσδίδει και το κάτι παραπάνω στην ποσότητα.



Εκεί λοιπόν που παίζαμε τις παρτιδούλες μας, τα παλικάρια απ έξω έχουν πιει τις μπυρίτσες τους, φωνάζουν λιγάκι, πετάνε κάτι βεγγαλικά που χαν ξεμείνει από την Ανάσταση και γενικά η κατάσταση μυρίζει ολίγον μπαρούτι.  Εμείς μέσα στο μαγαζί συνεχίζουμε την παρτίδα, καθώς και οι υπόλοιποι πελάτες που πίνουν ήσυχα τα ποτάκια τους.

Ξαφνικά μέσα στο σαλούν, εεμ εννοώ μέσα στο καφέ, μπουκάρει ένας πιστολέρο, εμμ ένα παλικάρι εννοώ  αλαλάζοντας, αρπάζει ένα μπουκάλι μπύρα το σκάει στο πάτωμα και φεύγει. Έτσι απλά…

Εμείς κάγκελο. Οι υπόλοιποι στα παπάρια τους. Απλά τον κοιτάζουν για λίγο, δεν λένε τίποτα και συνεχίζουν απτόητοι να κάνουν ότι έκαναν. Μόνο μια κοπελιά σηκώνεται απ τη θέση της, σκουπίζει τα γυαλιά και αυτό. Εμείς τι να πούμε. Απορούμε με την ψυχραιμία των υπολοίπων. Αλλά όχι δεν αντέχω. Θα ρωτήσω το Θανάση:


- Που σαι Θανάση
- Έλα
- Ρε Θανάση τι έπαθε αυτός?
- Τίποτα. Μοίραζε...
    Μάλιστα. Ουδέν σχόλιον απ τον κυβερνητικό εκπρόσωπο. Ε και τι να κάνω εγώ τώρα. Να τον επιέσω? Και έτσι απλά μοίρασα. Αλλά δεν είχα καλό προαίσθημα για τη συνέχεια. Και το μάτι μου την υπόλοιπη ώρα ήταν καρφωμένο στην πόρτα ω σαν παλαίμαχος καουμπόης. Σκεφτόμουν το ενδεχόμενο να έσκαγε ο παλίκαρος με καμιά καραμπίνα αργότερα. Ε να μην έχω το νου μου? Έχω σταμπάρει κι ένα τάβλι πάνω αριστερά γωνία άμα δω τα δύσκολα να το αρπάξω για άμυνα.


Τες πα συνεχίζουμε το παιχνίδι. Έξω απ το μαγαζί τα πράγματα έχουν αρχίσει και γίνονται ολίγον θερμότερα διότι γείτονας έχει αρχίσει και ενοχλείτε απ τον όλο συνδυασμό, βεγγαλικά, φωνές, είναι 2 το πρωί, είμαι και τσατίλας και όπως καταλαβαίνεται δεν θα αργούσε να εκραγεί. Και έκανε το μπαμ. Με νερό. Πήγε και πέταξε σε μεθυσμένο ένα κουβά νερό απ το μπαλκόνι. Πανέξυπνο. Αυτός άρχισε και τις Παναγίες που τις είχε εύκαιρες λόγω Πάσχα και τελικά ο γείτονας κατέβηκε κάτω.  Αποτελέσματα: Δυο σπασμένα ποτήρια, ένα σπασμένο μπουκάλι μπύρα, μια κατεβασμένη κουρτίνα, μπινελίκια, μπουκέτα και είκοσι ράμματα στο χέρι. Τέλεια.



-Χρίστο πα να φύγουμε.-Κάτσε ρε μαλάκα κάτω-Τι να κάτσω ρε μαλάκα, να περιμένω αν θα ρθει με τανκς ο γείτονας, με κοροϊδεύεις?-Κάτσε να τελειώσει να φύγουμε.-Εμάς μην τελειώσει. Ουφφφφφ. Οκ. Αντε, ας κάτσω


Και κάθομαι. Έρχεται κι ο Θανάσης.
-Άντε, καθίστε να παίξουμε.
-Τι να παίξουμε? 
Τις ζωές μας? Που ειν το πιστόλι για τη Ρώσικη ρουλέτα? Τι λες μωρέ?
-Κάτσε ρε. Είναι συνηθισμένα αυτά εδώ πέρα
-Α ναι? Δηλαδή εσείς κάθε πρωί ξυπνάτε κι αν δεν έχετε τι να κάνετε παίζετε φάπες? Ρε πούστη μου που βρέθηκα? Στο χωριό του Αστερίξ?
- Ας τις μαλακίες και κάτσε
Τελικά ούτε οι υπόλοιποι ήθελαν να κάτσουμε. Και φύγαμε.  Νταξ. Τι να πω. Να πω αυτό, ότι δεν μου κανε εντύπωση ο καυγάς, έχω βρεθεί και σε χειρότερους. Εντύπωση μου κανε ότι στο τέλος τα παλικάρια μας ζήτησαν συγγνώμη για την ενόχληση και ότι αυτά είναι συνηθισμένα πράγματα εδώ πέρα. Α ωραία. Μια χαρά. Να ρθούμε κι αύριο τότε. Με πανοπλία…




Κι όμως. Πήγα και την άλλη μέρα. Σε τρώει ο κώλος σου θα μου πείτε μεγάλε. Όχι δεν μ έτρωγε, αλλά ok. Ο Θανάσης είναι φιλαράκι απ τα λίγα και εντάξει έτυχε και πέσαμε σε καυγά, αυτός τι έφταιγε. Είχαμε κλείσει και τραπέζι από την προηγούμενη μέρα γιατί θα έφερναν και όργανα για το πανηγύρι του Αγ. Γεωργίου και εντάξει, δεν πίστευα ότι θα μπορούσε να γίνει κάτι πιο extreme απ το χτεσινό. Κι όμως. Έγινε…



Πάμε που λέτε την επόμενη μέρα στο τραπέζι. Να τα ουζάκια να τα κρασάκια, να τα τσίπουρα Δράμας που μας είχε προμηθεύσει ο ξά Χριστόφορος και ιδού η πιο όμορφη μέρα του Πάσχα που λέει κι η φίλη μου η Πέλλη η οποία δοκίμασε το τσίπουρο κι έγινε το αγαπημένο της ποτό όλων των εποχών.



(Σ' αυτήν είναι με βότκα αλλά οκ. Ήταν ωραία ζαβή φώτο και την έβαλα..:Ρ)
Τα όργανα παίζουν ανελλιπώς κι ας αρχίσουν οι χοροί. Και να σου η Μαρία η σύζυγος του Θανάση, που είπε να σύρει το χορό. Κι ο Θανάσης τι να κάνει? Το καθήκον του. Ως αφοσιωμένος σύζυγος έπρεπε τουλάχιστον να χτυπά παλαμάκια. Αλλά τι παλαμάκια και μαλακίες. Εδώ είναι Βρίσα Λέσβου ρε και όταν χορεύει η γυναίκα μας, πετάμε μια κούτα σαμπάνιες στην πίστα να ουμ. Χαμούρες Γερμανοί. Βάλτε τα κι αυτά στο χρέος.



Ε και δεν πέταξε μία. Πέταξε τρεις τέσσερις κούτες, γιατί είμεθα και large. Με τα πολλά και μετά από αρκετά ούζα τι να κάνουμε, περάσαμε στο επόμενο επίπεδο μαλακίας. Αφού ο ξα δοκίμασε να ανέβει σε ένα τραπέζι το οποίο το σπασε, είπαμε να φέρουμε στην πίστα ένα άλογο μπας κι αυτό αντέξει. Και να το...


Τα άλογα να σας πω εδώ, είναι παράδοση στο χωριό μας να τα βγάζουμε έξω στο πανηγύρι του Αγ. Γεωργίου, όπου εκτός του γεγονότος ότι ανεβαίνουν τα παιδιά του χωριού, πάνω στη σέλα και χορεύουν, τα ποτίζουν και ολίγον ούζο. Αλλά αυτή τη φορά δεν μας έφτανε μόνο αυτό.

Η μαλακία εξελίσσεται και τα παιδιά είχαν την έμπνευση να βάλουν το άλογο μέσα στο μπαρ. Με αναβάτη κιόλας τον φίλο μου το Δευκαλίωνα όπου στην αρχή έκανε τον δύσκολο αλλά μετά απ΄ ότι φάνηκε του άρεσε. 


Το άλογο όμως έχει αντίθετη άποψη και δεν γουστάρει να μπεί μέσα. Οι υπόλοιποι δεν το δέχονται. Όχι  Θέλουμε το άλογο να παραγγείλει μόνο του. Τέλος. 


Με τα πολλά τελικά το άλογο δίνει ένα σάλτο και μπουκάρει από την πόρτα του μαγαζιού, μαζί με τον αναβάτη. Εγώ μετά από 45 ούζα, χαίρομαι ηλίθια...


Και να σου το στην πίστα. Μπήκε. Τι να πεις. Σκεφτόμουν ότι αν ήμουν το άλογο και έβλεπα 50 μαλάκες να προσπαθούν να με βάλουν μέσα σε ένα δωμάτιο με έναν καβάλα πάνω μου για να με ποτίσουν μπύρα θα είχα την εντύπωση ότι είχα πέσει σε φυλή παλαβών όπου θέλουν να με κάνουν αλογοθυσία. Δεν υπήρχε περίπτωση. Θα τα χα κάνει λαμπογυάλογο.

Το αλογάκι όμως το καημένο, δεν αντέδρασε καθόλου. Υπομονετικά υπέμενε όλους εμάς τους ουγκ, να εκτελέσει την επόμενη παλαβή ιδέα. Και ήπιε και τη μπυρίτσα του. Και η επόμενή ιδέα ήταν να γυρίσουμε βίντεο Harlem Shake μέσα στο μπαρ με το άλογο.


Εδώ πολύ θα θελα να σας γράψω μια σάλτσα ότι το κάναμε το Shake, αλλά θα μου ζητάγατε το βίντεο και δεν θα μπορούσα να σας ικανοποιήσω. Και έτσι λόγω τεχνικών προβλημάτων το Harlem Horse Shake δεν εξετελέσθη. Δεν πειράζει. Του χρόνου καλά να μαστε.

Αυτά. Όπως καταλαβαίνετε κι αυτό το Πάσχα δεν πέρασε αδιάφορα. Υπήρχαν δυσκολίες και αντιξοότητες για να δημιουργηθεί το κατάλληλον κλίμα ώστε να περάσουμε όμορφα. Όμως τελικώς ο στόχος επετεύχθη κι όλα πήγαν καλά. Πασχ-ίσαμε αλλά τα καταφέραμε...

Και θα κλείσω ευχάριστα για επίλογο, ανεβάζοντας μια φώτο του μαγαζάτορα Θανάση όπου είχε παιδικό όνειρο να μοιάσει στον Spiderman. Και βουαλά. Έγινε αυτό που λέμε Θανασπαϊντερμαν...:Ρ

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...