Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗ ΜΑΜΑ: ΑΜΑ ΔΕΝ ΣΕ ΠΙΑΝΕΙ ΤΟ ΜΑΤΙ...


Πάω για φαγητό στη μάνα μου σήμερα. Διάλογος:
- Και τι έκανες σήμερα mom?
- Άστα αγόρι μου πήγα στην τράπεζα σήμερα κι έκανα δυό ώρες
- Α ναι? Γιατί είχε κόσμο?
- Ε είχε και κόσμο αλλά κόλλησα και στην πόρτα την ηλεκτρονική 3-4 φορές.
- Γιατί ρε mom? Ήταν χαλασμένη?
- Όχι παιδάκι μου, απλά επειδή είμαι κοντή, δεν μ έπιανε το ματάκι. Κι ήρθανε τέσσερις φορές και με βγάλανε από μέσα..:Ρ:Ρ:Ρ:Ρ:Ρ:Ρ:Ρ (έλιωσα στο γέλιο πάλι)


Είδατε πάντως? Μερικές φορές είναι κακό να μην σε πιάνει το μάτι....:Ρ:Ρ:Ρ


Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2012

ΟΛΑ ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΕΣ ΝΑ ΠΕΙΣ ΠΡΙΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Και εντάξει. Τα χουμε ξαναπεί με το τέλος του κόσμου. Υποθετικά μας απέμειναν 3 μέρες. Κλαψ. Ίσως αυτό το κείμενο να είναι και το τελευταίο πράγμα που γράφω. Αλλά ας μην αρχίσω με τα κλαψομούνικα. Θα τα κρατήσω για το τέλος. Όχι του κόσμου. Του κειμένου...

Που λέτε μετά την αποκάλυψη που προέβλεψαν οι φίλοι μας οι Μάγιας  που δεν ξέρω τι έπιναν αλλά θα ταν καλό πράμα, αυτό το κειμενάκι θα χαθεί στο υπερπέραν. Ίσως κάποτε, κάποια άλλη φυλή των Αliens, να βρει το ψηφιακό αποτύπωμα του blog μου μετά από 200.000 χρόνια και να προσπαθήσει να μεταφράσει στα εξωγήινα αυτή την αρχαία μπάσκλάς γλώσσα που χρησιμοποιώ.
Φαντάζεστε πλάκα πάντως. Ο εκάστοτε Ε.Τ., να πιάσει να αναλύει, μία μία τις ιστορίες μου. Κάψιμο. Θα βγάλει το συμπέρασμα ότι το ανθρώπινο γένος θα ταν εντελώς ΓΤΠ. Αλλά ας μην γίνω αγενής. Να του απευθύνω έναν χαιρετισμό μιας και θα διαβάσει κι αυτό. So my friend..



Ας επανέλθω όμως στην τάξη. Θα θελα να ρωτήσω εσάς αγαπητοί μου αναγνώσται. 

Αν σας έμεναν 3 μέρες υπόλοιπο μέχρι να ρθει ο Αρμαγεδών, ποια θα ταν τα πράγματα που θα θέλατε να πείτε ή να κάνετε πριν τα τινάξουμε παρέα?

Δεν μιλάτε. Ε πως να μιλήσετε, αφού δεν το χω δημοσιεύσει το κείμενο ακόμα. Πρέπει να κάνω εγώ την αρχή μάλλον. Και θα την κάνω. Θα ερωτήσω ρητορικά τον εαυτό μου. 
- Αν σου μέναν λίγες μέρες λοιπόν καλέ μου φίλε Lab, ποια είναι αυτά τα πράγματα που θα θελες να κάνεις?



Χμ. Θέλει σκέψη το πράγμα. Νιώθω σαν μελλοθάνατος που με ρωτάνε για το τελευταίο του γεύμα. Χμ. Λοιπόν θα θελα μια πιατέλα ντολμαδάκια (όχι γιαλαντζι και μαλακίες) με γιαούρτι πρόβειο με πέτσα. 
Ω ρε πούστη μου πείνασα. Μισό πάω κουζίνα. 



Ήρθα. Ας σοβαρευτώ. Λοιπόν μια που το γραψα θα πω το πρώτο που μου 'ρθε στο μυαλό. Έτσι αυτόματα. Το πρώτο που μου ρχεται λοιπόν είναι να μην κάνω τίποτα. Ναι γιατί έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν ξέρεις, πότε θα σου ρθει ο ουρανός σφοντύλι. Άρα ποιά η διαφορά? Επειδή τώρα γνωρίζω την ακριβή ημερομηνία? Θα αλλάξω τη συμπεριφορά μου και τις συνήθειες μου? Μπα. Πολύ υποκριτικό δεν θα ναι? Είναι όπως μετανοούν οι ετοιμοθάνατοι επειδή ξέρουν ότι έρχεται ο κυρ Χάρος να τους πάει άτα προς κόλαση. Πολύ συμφεροντολογικό ε?



Αν το σκεφτώ λοιπόν φιλοσοφικά δεν τρέχει τίποτα. Μπορεί να πήγαινα και στην δουλειά την τελευταία μέρα. Αν είχα δουλειά βέβαια..:Ρ
Αλλά για τη χαρά του κειμένου κι έστω ότι θα με πιάσει μια καούρα να κάνω κάτι που δεν έχω κάνει μέχρι τώρα, θα σας πω. (Άιντε μας γκάστρωσες)

Νομίζω λοιπόν  ότι τα περισσότερα πράγματα που θα ήθελα να κάνω, θα χαν να κάνουν με τις ανθρώπινες σχέσεις. Με όλους όσους γνώρισα και μίλησα πάνω σ αυτόν τον μάταιο τούτο κόσμο που έτυχε να βρεθώ. Θα θελα λοιπόν να περάσω μπροστά απ όλους όσους ξέρω και να τους κοιτάξω στα μάτια. Έναν προς έναν. Και θ άρχιζα από αυτούς που θα θελα να τα χώσω. 

Θα τους έλεγα λοιπόν...

- Ξέρεις κάτι? Νομίζω ότι δεν αξίζεις μία. Χειραγωγείς κι εκμεταλλεύεσαι ανθρώπους για το συμφέρον σου. Θα θελα να σε αρχίσω στις κλωτσιές.

- Ξέρεις κάτι? Είσαι παρτάκι μεγάλο. Κοιτάς τον κόσμο αφ υψηλού και νομίζεις ότι όλα γυρνάνε γύρω σου. Θέλω να σου πω ένα μεγάλο άντε και γαμήσου.

- Ξέρεις κάτι? Μην νομίζεις ότι είμαι χαζός. Ξέρω πολύ καλά τι θες να κάνεις, άλλο που κάνω το μαλάκα. Θα 'ρθει κι εσένα η ώρα σου. 

Μετά θα συνέχιζα πιο ήπια.... 

- Ξέρεις κάτι? Ήθελα να με βοηθήσεις κάποτε, αλλά δεν στο ζήτησα γιατί δεν ήθελα να νομίζεις ότι πήγα να σε εκμεταλλευτώ.

- Ξέρεις κάτι? Μερικά πράγματα που κάνεις με ενοχλούν. Αλλά δεν σου πα τίποτα γιατί δεν ήθελα να τσακωθούμε.

- Ξέρεις κάτι? Δεν έχω καταλάβει γιατί χάθηκες. Θα θελα να μου πεις τι συνέβη κι αν φταίω εγώ να μπορέσω να το διορθώσω.

Και στο τέλος...

- Ξέρεις κάτι? Είχα λυπηθεί πολύ τότε που σου χε συμβεί αυτό. Δεν ήρθα να σου συμπαρασταθώ. Με συγχωρείς.

- Ξέρεις κάτι? Ήξερα κάποια πράγματα που σε αφορούσαν και δεν στα είπα ποτέ. Ήμουν σε δύσκολη θέση. Συγνώμη.

- Ξέρεις κάτι? Ήθελα να σε γνωρίσω καλύτερα αλλά δεν το αποφάσισα ποτέ μου. Πάντα δεν είχα αρκετό χρόνο. Με συγχωρείς γι αυτό.

-  Ξέρεις κάτι? Νομίζω ότι σε αδίκησα. Σκέφτηκα κάποιες φορές για σένα κάποια πράγματα που τελικά δεν ίσχυαν. Με συγχωρείς.

- Ξέρεις κάτι? Πέρασα πολύ όμορφες στιγμές μαζί σου. Με συγχωρείς που δεν σου έδειξα ποτέ αρκετά πράγματα ώστε να το καταλάβεις.

-  Ξέρεις κάτι?  Χάρηκα που σε γνώρισα και ήρθες στην ζωή μου. Αυτό που μ αρέσει σε σένα είναι ότι σε νιώθω δίπλα μου σε κάθε ανάγκη μου. Σ ευχαριστώ.

- Ξέρεις κάτι? Κάποτε σε είχα ερωτευτεί. Δεν τόλμησα όμως να στο πω.

- Ξέρεις κάτι? Σ αγαπάω. Δεν στο πα ποτέ.



Αυτά είναι μερικά, από αυτά που θα θελα να πω εγώ. Και θα με ρωτήσετε εδώ. Και γιατί δεν τα λες? 
Για τους ίδιους ακριβώς λόγους που δεν λέτε κι εσείς τα δικά σας. Για το ότι πιστεύουμε ότι πάντα θα έχουμε τον χρόνο να τα πούμε. Και περιμένουμε την κατάλληλη στιγμή. Και η στιγμή αυτή τελικά ποτέ δεν είναι η κατάλληλη. Και αφήνουμε το χρόνο να κυλά και να ποτίζει το σώμα μας με αδυναμίες. Και αφήνουμε να υπερισχύουν μέσα μας, η ντροπή, το συμφέρον, η αδιαφορία, ο χρόνος, η δειλία κι ο καθωσπρεπισμός. Και περιμένουμε. Κι όλο περιμένουμε. Και τελικά δεν λέμε τίποτα... 



Όμως υπάρχουν και κάποιοι που τα λένε. Αυτούς πραγματικά τους παραδέχομαι. Αλλά δυστυχώς δεν είμαστε όλοι έτσι. Μερικοί αρκούμαστε σε κάποια λίγα που τολμήσαμε να πούμε. Αλλά ποτέ δεν είναι όλα. Και ποτέ δεν θα είναι. Αλλά δεν χρειάζεται να περιμένουμε το τέλος του κόσμου για να αρχίσουμε. Κι αν σου είναι πιο εύκολο να πεις ένα ''Άντε γαμήσου'' σε κάποιους, καλύτερα άστο να το πεις τελευταίο. Ξεκίνησε πρώτα με το ''Ευχαριστώ'' και το ''Συγνώμη''. Ίσως μετά να μην έχεις την ανάγκη να πεις τίποτε άλλο...

Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2012

ΠΟΝΤΙΚΟΕΞΟΛΟΘΡΕΥΤΗΣ

Πριν κάτι μέρες που λέτε, στην βεράντα, παρατήρησα σε μια γωνία κάτι ψιλούς ψιλούς μαύρους κόκκους σε μέγεθος σουσαμιού. Μα τι ειν αυτά αναρωτήθηκα? Σουσάμι αράπικο? Σπόρια? Κομματάκια καουτσούκ από γήπεδο μουντιαλίτο? Τι στο διάολο? Κάνε σέντρα να πηδήξω. Τι να ταν οεο?



Απ το βασανισμένο μου μυαλό πέρασε η υποψία ότι ίσως αυτά τα μαύρα σκατουλάκια, ήταν όντως σκατουλάκια. Αλλά από τι? Κανα πουλάκι? Μπα ρε πούστη μου λέω. Και μετά μουρθε η ιδέα. Μπας ρε κι έσκασε μύτη κάνας πόντιξ? Τα τααααααααν, τα πιάσαμε τα λεφτά μας. Μπλιαχ.  Χωρίς να χάσω χρόνο και με τη σιχαμάρα να διαπερνά ολόκληρο το κορμί μου, ντύθηκα και έτρεξα να αγοράσω παγίδες και τυρί. Μετά από μισάωρο γυρίζω, τρώω λίγο απ το τυρί (ο λιγούρης) να δοκιμάσω το προϊόν και τοποθετώ τις παγίδες με το δόλωμα.




Έπειτα καλώ την ειδική επι των θεμάτων mother να μου πει την άποψή της. Η mother αφού μου έκανε τη γνωστή ανάλυση περι καθαριότητας, μου αποκαλύπτει ότι πριν δυό τρεις μέρες έγινε απολύμανση στην πολυκατοικία και οι πόντικες για να γλιτώσουν την λαίλαπα βρήκαν στοργή και προδέρμ στα διαμερίσματα των άτυχων ενοίκων που δεν ενημερώθηκαν εγκαίρως για την απολύμανση. Ένας από αυτούς ήμουν και εγώ. Γαμώ τον μπελά μου. Ρε παλικάρια, για να διατηρήσουμε δηλαδή καθαρή την αποθήκη, φέραμε τον Μίκυ Μάους σπίτια μας?

Μα τις χίλιες πίπες (άκυρο αυτό το λεγε ο Ποπάυ)



Οι παγίδες λοιπόν ετοποθετήθησαν και το μόνο που απέμενε είναι να περιμένω. Κι έτσι οι μέρες περνούν, τα χρόνια κυλάνε στους ίδιους ρυθμούς. Τσεκ τυριού Δευτέρα. Τίποτα. Τρίτη? Τίποτα. ΤΠΠΣΚ? Τίποτα. Ρε τι έγινε μ αυτό το ποντίκι? Δεν του αρέσει το τυρί? Κεφαλοτύρι Ελλασόνας πήρα γαμάτο. Και φρέσκο. Αφού το δοκίμασα. Αρχίζω και έχω αμφιβολίες. Και τελικώς μετά από επανεξέταση του φαινομένου ανακάλυψα ότι τα πράγματα δεν είχαν έτσι.

Παρατηρώντας από πιο κοντά τις μικρές αυτές σκατούλες ανακάλυψα ότι ήταν απλά, μικρά τεζαρισμένα ζουζούνια. Πω ρε πούστη μου. Πως την πάτησα έτσι και κάθισα και απολύμανα όλο το σπίτι. Με ανακούφιση λοιπόν, προσπερνώντας και αυτόν τον σκόπελο της εργένικης ζωής μου, θυμήθηκα ένα περιστατικό στον στρατό όπου βρέθηκα αντιμέτωπος με ποντίκια. Και όχι απλά ποντίκια. Αγελάδες.




Που λέτε καλοκαίρι στο στρατόπεδον Καρατάσου στη Θεσσαλονίκη και ο Δεκανέας Παναγιώτης έχει υπηρεσία θαλαμοφύλαξ. Θεε μου. Τι βαρεμάρα. Τι άθλια υπηρεσία. Πόσο νιώθεις ότι σε μισεί ο κόσμος που τον ξυπνάς στις 4 τα χαράματα να πάει να φυλάξει σκοπιά. Τους σκουντάς να ξυπνήσουν και φοράς κράνος μη σου ρθει καμιά αρβύλα στο κεφάλι. Βασικά τους λυπόμουν. Σκεφτόμουν διάφορους τρόπους να τους ξυπνάω. Να τους βάζω κανα τραγουδάκι, η να τους χαϊδεύω απαλά στο κεφάλι και να τους ψιθυρίζω στο αυτί καυλωτικά: 
- Έλα μωράκι μου, ήρθε η ώρα να σηκωθείς....:Ρ


Αλλά δεν το τόλμησα γιατί φοβήθηκα μην τυχόν και βλέπει ο φάνταρος κάνα σεξουαλικό όνειρο και είχα μετά πρόβλημα. Ναι παιδιά γιατί αγαμία φούλ. Προτίμησα λοιπόν να φορέσω εγώ το κράνος για προφυλακτικό στο πάνω κεφάλι, παρά να φορέσει ο φαντάρος στο κάτω κεφάλι, προφυλακτικό.

Ε μέχρι όμως να φτάσει εκείνη η ώρα  που το θαλαμοφυλίκι έχει λίγο ένταση  τι κάνεις? Δυό ώρες μες τα μαύρα μεσάνυχτα? Μετράς τα πλακάκια? Παπάρια. Η πουτάνα η ώρα δεν περνά.

Εκείνη τη μέρα λοιπόν της βαρεμάρας καθόμουν στον διάδρομο του λόχου σε μια καρέκλα με ένα τραπεζάκι και κάτι έγραφα. Στο τέλος του διαδρόμου βρισκόταν οι τουαλέτες. Σε μια στιγμή με την άκρη του ματιού πιάνω κίνηση δίπλα στον νιπτήρα. Μπα λέω ιδέα μου. Μετά από λίγο τσουπ, πάλι τα ίδια. Μα ρε γαμώτο τι γίνεται εκεί μέσα. Πάω κοιτάω τίποτα. Α λέω πάει έχω χαζέψει. Ξαναγυρίζω, κάθομαι και όπως συνεχίζω και γράφω, σήκωσα το κεφάλι μου και τότε τον είδα. 




Ήταν ένας γκρί αρούραρος, σα γάτα, που έβγαινε μέσα από την τρύπα της τούρκικης τουαλέτας και κατευθυνόταν προς τον κάδο για να βρει φαγητό. Έχω μείνει παγωτό. Κάνω να πάω κατά κει και ο πόντικας την κάνει με ταχύτητα Γιουσειν Μπόλτ. Ω ρε μαλάκα τι πάθαμε. Πως θα κοιμηθώ τώρα εγώ ξέροντας ότι τριγυρίζουν τέτοια μουλάρια στο θάλαμο. Γάματα με μεγάλα γράμματα μεγάλε.

Και τώρα τι κάνουμε? Μήπως να τον πυροβολούσα? Μπα θα ξυπνήσω τα παιδιά...

Σκέφτομαι να του στήσω παγίδα. Αλλά τι παγίδα να στήσεις? Αυτός μόνο με παγίδα για Ιπποπόταμους πιανόταν και δεν είχα και καμία εύκαιρη. Τι να κάνω λοιπόν. Ακούστε σχέδιο που σκέφτηκα.

Αφού το αρούρι γουστάρει κάδο, δεν του τη χαλάμε. Πάμε αδειάζουμε τον κάδο έξω, τον φέρνουμε μέσα και τον αναποδογυρίζουμε. Τοποθετούμε ένα ξυλάκι κάθετα στη μια γωνία του κάδου και δένουμε στο ξυλάκι ένα σκοινί που καταλήγει σε ένα κομμάτι πίτσα. Έτσι το αρούρι μόλις πάει να τσακώσει το πιτσόνι,  μπουπ θα του ρθει ο κάδος σφοντύλι να τον καπακώσει. Γαμώ ε? Το ξέρω. Διάβαζα  πολλά κόμιξ μικρός.




Και το κάνω. Και πιάνει. Ντανγκ μπουμ κλατντς ακούγεται ένας πανικός απ την τουαλέτα. Τρέχω κι εγώ να δω αν έκανε δουλειά η πίτσα αλλά....Πίτσες μπλέ.
Δεν τον τσάκωσα  το αρούρι γιατί ήταν τόσο μεγάλο που άρπαξε την πίτσα, σήκωσε τον κάδο (!) και την έκανε. Ω ρε μάνγκα. την πατήσαμε. Τι να κάνουμε τώρα. Δεν είχα πεί όμως την τελευταία μου λέξη. Να μπει σε εφαρμογή το πλαν Μπε περικαλώ.

Το πλαν Μπε έλεγε ότι μόλις δω το αρούρι να πάει στον κάδο με κινήσεις κομάντο θα πλησίαζα την τουαλέτα. Εκεί θα έμπαινα μέσα και θα στεκόμουν μπροστά από την πόρτα του WC όπου θα χτυπούσα με τη σκούπα τον κάδο, ο πόντιξ θα τρόμαζε θα προσπαθούσε να φύγει κι εγώ θα τον χτύπαγα με τη σκούπα. Ναι καλά. Ωραίο σενάριο αλλά το Star Trek είχε ήδη παιχτεί.



Γειά σου κι εσένα Σποκ. Το σχέδιο που λέτε ήταν πολύ φιλόδοξο. Μέχρι ένα σημείο πάντως τα πήγε τέλεια αλλά χάλασε στην εκτέλεση με τη σκούπα. Ο πόντικας ήταν τόσο γρήγορος που μου έφυγε κάτω απ τα πόδια πριν να πω κύμινο. Που να προλάβεις τον εκτελέσεις με τη σκούπα? Με τίποτα. Έχω λυσσάξει. Βλέπετε πάντως πόσο δημιουργικά περνούν οι ώρες στον στρατό ε? Τι να κάνεις...

Αφού είδα λοιπόν ότι το σχέδιο πιάνει αλλά κάπου στις λεπτομέρειες χωλαίνει, προσπάθησα να σκεφτώ πως θα βελτιώσω εκείνο το σημείο. Πως θα γινόταν ο αρουραίος πιο αργός για να τον γκντουπώσω. Και ναι ρε παιδιά. Η μανία που είχα με τα κόμιξ από μικρός, απεδείχθησαν εγκυκλοπαίδεια. Δεν ξέρω αν θυμάστε κάτι κινούμενα σχέδια με ένα πουλί που τοκυνηγούσε τo Κογιότ? Τον Road Runner. Ναι αυτό. Του την έπεφτε το Κογιότ λοιπόν και ο Road Runner ξεκινούσε να τρέχει και τα πόδια του βρισκόταν στο ίδιο σημείο για 5-6 δευτερόλεπτα πριν κάνει την εκκίνηση. Σφαίρα το πουλί. Έπαιρνε τον πούλο που λέμε..



Καταλάβατε ε? Είπα λοιπόν να το εφαρμόσω στην προκειμένη περίπτωση. Ο πόντικας έπρεπε να επιβραδύνει. Λύσις μια και μοναδική. Σκέφτομαι λοιπόν αφού λάδια δεν είχα, να αμολήσω νερά παντού στην τουαλέτα ευελπιστώντας ο πόντιξ μόλις ξεκινήσει το σπριντ για πούλο, να γλιστρήσει στα νερά κι εκεί που μένει να κάνει επιτόπιο τρέξιμο να φάει βολ πλάνε από το πάλαι ποτέ σέντερ φόρ της Δάφνης Παλαιού Φαλήρου.

Και ω ναι. Ο Μαγκάιβερ επιβεβαιώνεται ακόμα μια φόρα. Το σχέδιο εκτελέστηκε με ακρίβεια χιλιοστού και ο πρώτος πόντικας έπεσε στην παγίδα. Με το που ακούει τη φασαρία απ τον κάδο κάνει να ξεκινήσει την κούρσα προς τη χέστρα. Μικρέ μου Ρατατούι. Την πάτησες. Το γλιστερό πάτωμα αφήνει το συμπαθές τρωκτικό να παλεύει με το πλακάκι και μου δίνει το περιθώριο να κεντράρω. Και γκντούββββ. Τρώει το σουτ από άρβυλο στρατού νο 43 και απογειώνεται προς τον απέναντι τοίχο όπου έγινε χαλκομανία.




Η χαρά ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του νυσταγμένου φαντάρου όπου βλέπει το μαλακισμένο σχέδιό του να πιάνει. Ναι ρε. Υπάρχει ελπίδα να απαλλαγούμε από τα αρούρια. Να μην σας τα πολυλογώ μέχρι και τις 4 το πρωί είχε μαζευτεί μέσα στην τουαλέτα ένας μικρός λοφίσκος από 5-6 πόντικες. Το πρωί που ξύπνησαν και οι υπόλοιποι είδαν αυτή την πτωματομάζωξη και άρχισαν να αναρωτιούνται αν φέραμε συνεργείο απολύμανσης. Όχι αγαπητοί συνάδελφοι. Δεν φέραμε τίποτα. Απλά ήρθε ο Terminator.


Έτσι που λέτε κατάφερα και εξόντωσα αρκετά τρωκτικά. Και θυμάμαι ότι γενικώς έβρισκα να κάνω πολλές τέτοιες μαλακοεφευρέσεις. Άλλα πάντα χρήσιμες για μένα και τους συναδέλφους. Ε ναι. Είχα αρκετό χρόνο να σκέφτομαι τότε. Και μετά σου λέει ότι η αργία είναι μήτηρ πάσης κακίας. Μαλακίες. Άκου Μήτηρ. Για μένα ούτε για δέκατη πέμπτη ξαδέρφη δεν κάνει...

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012

ΚΟΥΡΑΜΠΙΕΔΕΣ VS ΜΕΛΟΜΑΚΑΡΟΝΑ

Και μια και πλησιάζει η εποχή, θα επαναφέρω μια παλαιότερη θεωρία μου. Έρευνα λέει ότι οι γυναίκες προτιμούν τους κουραμπιέδες από τα μελομακάρονα. Ενώ οι άντρες το αντίθετο. Ναι και μένα τα μελομακάρονα μ αρέσουν. Οι κουραμπιέδες όχι και ιδιαίτερα. Γιατί άραγε? Ας το αναλύσουμε λίγο.




Λοιπόν. Κουραμπιές. Από το όνομα και μόνο καταλαβαίνετε. Έχει κι άλλα άσχημα όμως που κατατάσσονται στις παρακάτω κατηγορίες...1) Πιάσιμο. Τσακώνεις έναν με το χεράκι, πας να τον φας και χιονίζει. Όλα τα ρούχα σκατά. Όμως εσύ δεν ήσουν άνθρωπος , όμως εσύ ήσουν χιονάνθρωπος. Και κολλάς κι από πάνω. Σκατά σκατά σκατά. 

2) Δάγκωμα. Δαγκώνεις και η ζάχαρη μένει στα χείλη που σου τα κάνει άσπρα σαν το λιπ γκλος της Τζούλιας. Σε πιο extreme δαγκωματιές η άχνη μπαίνει και στο ρουθούνι. Και ας πούμε σπάει κι ο διάολος το ποδάρι του και την ώρα που έχεις σαβουρώσει τον κουραμπιέ και σου κάθεται κι η άχνη στο ρουθούνι, μαλάκας φίλος σου σε τραβά φωτο. Άντε να εξηγήσεις στη μάνα σου όταν δει το άλμπουμ ότι δεν έπαιρνες κόκες. Να το παλικάρι πιο κάτω το ίδιο έπαθε. Χεστα φίλος. 





3) Κατάποση. Τα έχεις καταφέρει να περάσεις αλώβητος τα δύο πρώτα στάδια και μασάς. Το στόμα σου μοιάζει με μπετονιέρα που ανακατεύει τσιμέντο χωρίς νερό. Έχει κάτσει στον ουρανίσκο ένα παχύ στρώμα από ζαχαράλευρο. Βρίσκεσαι στα πρόθυρα πνιγμού ώσπου ένα ποτήρι παγωμένο νερό σε λυτρώνει. Έπειτα σκέφτεσαι γιατί έφαγες αυτή τη μαλακία. Α κι αν έχει και αμύγδαλο μέσα, άντε βγάλε απ τους τραπεζίτες τα κομματάκια. Γενικότερα είναι σαν να τρως απότιστο καστανόχωμα . 


Λοιπόν δεν έχω δίκιο?. Ενώ το μελομακαρονάκι, χλουμπ! Άπατο. Πάμε για το επόμενο. Τώρα το γεγονός ότι οι γυναίκες προτιμούν τους κουραμπιέδες δεν μπορώ να το εξηγήσω. Γουστάρουν να πλένουν ρούχα? Έχουν άλλη τεχνική στο δάγκωμα? Τι να πω. Τέλος πάντων. Ας μας πουν μια γνώμη....

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

ΚΙ ΟΜΩΣ ΤΑΙΡΙΑΖΟΥΜΕ ΜΕΓΑΛΕ

Τι να πεις. Ένα βίντεο αξίζει όσο χίλιες λέξεις. Σας αφήνω απλά να ακούσετε ποιοτική μουσική. Αβάντι....




Α ξέχασα τους στίχους... Παράλειψις.


Το ξέρεις χάνεται μες στην δική μου αγκαλιά     
ζηλεύεις που της δίνω  τα δικά μου τα φιλιά       
μαζί μου είναι ασφαλής κι άντε γαμήσου
εσύ  τραγούδα πως θα δώσεις τη ζωή σου

Δεν ταιριάζουμε μας είπες, 
εγώ ξέρω πως μου παίρνει πίπες                                          
και οι φίλες της μου ρίχνουν ψήφο δαγκωτό
εσύ αν θες παίξτηνα μόνος, 
παίξτην μέχρι να σου φύγει ο πόνος       
αλλά μεταξύ μας ξέρω το κανες κι αυτό

Το ξέρεις καίγεται μόνο με μια μου ματιά
έχω και χιούμορ ξέρεις κι ένα ματζαφλάρι να
ξυπνάει δίπλα μου κι αμέσως μου τον εμαγκώνει
τον έχει κάνει λάστιχο, τον έκανε τρομπόνι

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012

ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΣΤΟ ΦΑΛΗΡΟ

Από τις πιο ευτυχισμένες περιόδους που θυμάμαι στη ζωή μου, ήταν όταν ήμουν άνεργος.
Απορείτε ε? Κι όμως ναι. Γιατί τελικά, δεν έχει σημασία αν έχεις η δεν έχεις δουλειά, όταν έχεις ελευθερία. Και ελευθερία σημαίνει να μπορείς να διαθέσεις τον χρόνο σου όπου εσύ θέλεις και να κάνεις τις επιλογές που εσύ θα διαλέξεις. Και τότε τα είχα και τα δύο αυτά.

Μετά από το στρατιωτικό λοιπόν ποιός να με πάρει για δουλειά? Κανένας. Ε τι να κανα, έπιασα δουλειά στο καφενείο του πατέρα μου για 3-4 ώρες την ημέρα. Ο πατέρας μου, μου έδινε τότε ένα 500άρικο την ημέρα. Όχι ευρώ. Δραχμές. Δηλαδή σα να λέμε περίπου 1,5 ευρώ σήμερα (!) Αλλά για τσιγάρα κι ένα καφέ το απόγευμα έφταναν. Ωραίες εποχές τότε ε?. Για ψώνια και άλλες καταναλωτικές καταστάσεις, ούτε λόγος βέβαια. Είχα να αγοράσω καινούργιο μπλουζάκι, δύο χρόνια. Αλλά δεν με ένοιαζε και ιδιαίτερα. 

Με το ίδιο λοιπόν, αγαπημένο, παλιό μου μακό, καβαλούσα ένα δανεικό μηχανάκι και βολτάριζα στο Θησείο. Το παρατούσα όπου να ναι και άραζα στα τραπεζάκια με φίλους, όπου τρώγαμε τον ήλιο με το κουτάλι. Κουβεντούλα με το καφεδάκι στο χέρι, χαβαλές, φλερτ. Τα πάντα. Πόσο ανέμελος ένιωθα τότε, πόσο ελεύθερος. Πόσο δεν με ένοιαζε που δεν είχα να αγοράσω καινούργια παπούτσια και φορούσα τα άρβυλα του στρατού. Και τι έγινε, αν δεν είχα δραχμή στην τσέπη. Με ένα αστείο κι ένα χαμόγελο, όλα τα λεφτά του κόσμου πηγαίναν στην άκρη και απλά περίμενα να καταπιώ την επόμενη μέρα.

Έπαιρνα την κοπελιά μου θυμάμαι και μας άρεσε να πηγαίναμε στο Φάληρο. Καθόμαστε στην προβλήτα με δυο μπύρες και μιλούσαμε ώρες ατελείωτες. Και μύριζε αρμύρα παντού, στον αέρα, στο δέρμα, στις λέξεις μας. Και γελούσαμε και γυρνούσαμε αγκαλιά στο μηχανάκι το βράδυ μην ξέροντας αν θα μείνουμε από βενζίνη. Και να μέναμε πάλι θα γελούσαμε. Όλα ήταν αστεία για μας. Όλα είχαν τη δική τους χάρη γιατί είχαμε τις λιγότερες σκοτούρες που θα μπορούσαμε να έχουμε. Και όλα αυτά συνέβαιναν, για το λόγο ότι απλά, δεν είχαμε λεφτά. Άρα δεν είχαμε και τίποτα να χάσουμε...

Τώρα λοιπόν που υποτίθεται ότι μεγάλωσα και ωρίμασα, που βγάζω κάποια ικανοποιητικά χρήματα για τα δεδομένα της εποχής νιώθω πολύ περισσότερο πιεσμένος. Υποτίθεται ότι τα λεφτά θα μου έδιναν τη δυνατότητα να κάνω πράγματα που δεν θα μπορούσα να κάνω, ότι θα έκαναν τη ζωή μου πιο εύκολη και πιο άνετη. Υποτίθεται...

Τίποτα όμως απ όλα αυτά πραγματικά δεν συμβαίνει. Όλα είναι μια ψευδαίσθηση. Η μανία που μας πιάνει μόλις έχουμε δυο φράγκα παραπάνω, να αγοράσουμε όσο πιο ακριβό αμάξι μπορούμε, να πιάσουμε σπίτι στην τάδε ''καλή'' γειτονιά, η να σπουδάσουμε τη δουλειά που ναι μεν δεν μας αρέσει αλλά θα βγάλουμε περισσότερα λεφτά, είναι αυτό τελικά που μας κάνει πιο δυστυχισμένους.

Ναι είμαστε πιο δυστυχισμένοι. Όσο αποκτούμε είμαστε. Γιατί  κάθε μήνα έχουμε να ανησυχούμε αν θα έχουμε να πληρώσουμε την πιστωτική, το δάνειο του αμαξιού, την ασφάλεια, το πετρέλαιο του καλού μας σπιτιού. Και μέσα στο άγχος να τα καταφέρουμε, γυρίζουμε σπίτι από μια δουλειά που σιχαινόμαστε, που απλά τη διαλέξαμε γιατί θα μας εξασφάλιζε οικονομικώς. Όχι και συναισθηματικώς όμως. Και καθόμαστε σε μια γωνιά του σαλονιού. Κι απέναντι η μιζέρια. Και έρχεται η ώρα να παντρευτούμε, όπου πρέπει να πληρώσουμε για το γάμο. Και πρέπει τα πετσετάκια στο τραπέζι να είναι φούξια. Και πρέπει να πάμε με ακριβό αμάξι στην εκκλησία, γιατί τι θα πει ο κόσμος. Και πρέπει πρέπει πρέπει πρέπει πρέπει. Και πρέπει να πληρώνεις μια ζωή. Να πληρώνεις ΤΗ ζωή καλύτερα. Και η αγαπημένη σου? Αυτή που πίνατε μπύρες στο Φάληρο και ήσασταν τότε τόσο ερωτευμένοι και γελούσατε τόσο συχνά, χωρίς το τίποτα, τώρα που έχετε τα πάντα, τι συμβαίνει? Τίποτα. Τα γέλια σας είναι σπάνια. Και της μιλάς για τη δουλειά συνέχεια όποτε γυρίζεις στο σπίτι. Κι αυτή το ίδιο. Κι εσύ βρίζεις. Κι αυτή φωνάζει. Και που να πήγε τόση αγάπη...

Και το παιδί σου? Τα παιδί σου έχει μάθει κι αυτό το ίδιο. Το έμαθε από σένα. Να θέλει. Κι εσύ πρέπει να το υποστηρίξεις όσο μπορείς. Και θα φροντίσεις την εκπαίδευση του. Θα το στείλεις Γερμανικά από 4 ετών και μαζί φροντιστήριο και παράλληλα πιάνο. Να τα ξέρει όλα για να μπορεί να βγάλει κι αυτό όσα περισσότερα λεφτά γίνεται. Να ασκήσει ένα προσοδοφόρο επάγγελμα. Να γίνει κι αυτός ένας επαγγελματίας δυστυχισμένος.

Περνάμε δύσκολες στιγμές τον τελευταίο καιρό, οι περισσότεροι τουλάχιστον.
Εγώ όμως κατά βάθος δεν ανησυχώ. Δεν ανησυχώ γιατί θυμάμαι πως είναι να είσαι φανταράκι στον Έβρο χωρίς μία, η στην Αθήνα άνεργος. Δεν ανησυχώ γιατί θυμάμαι πως μπορούσα να περάσω καλά και με το τίποτα. Δεν ανησυχώ γιατί ξέρω πια ότι σημασία έχουν τα χαμόγελα και όχι τα ακριβά ρούχα. Το έμαθα αυτό καλά, έστω κι αν χρειάστηκε να πέσω κι εγώ στη λούμπα του να αποκτήσω άυλα υλικά. Τώρα όμως θα προχωρήσω. Θα προχωρήσω με αυτά που έχω. Και το μόνο που θα ζητάω θα είναι συναισθήματα. Συναισθήματα και μια βόλτα στο Φαλήρο....

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

ΣΤΡΙΠΤΙΖΑΔΙΚΟ: THE FIRST BLOOD

Κι έλεγα τι να γράψω τι να γράψω. Ορίστε. Βρήκα θεματάρα. Πρώτη φορά σε στριπτιζάδικο. Τέλεια. Θα βάλω και μπόλικες φώτο με καλλιτέχνιδες που θα κάνουν πάταγο. Πάρτε την πρώτη...


Oh la la. Μετά λοιπόν, από πρόσφατη επίσκεψη σε ανάλογο μαγαζί, αναλογίστηκα ότι έχω κάνει διάφορα κουλά εκεί μέσα. Αποφάσισα λοιπόν να τα μοιραστώ μαζί σας έστω κι αν τα θεωρώ λίγο εντροπής πράματα...:Ρ.
Αλλά όπως λέει κι η φίλη μου η Σάσα, άμα πεις ότι θα γράψεις, θα τα γράψεις όλα. Ένας συγγραφέας δεν μπορεί να είναι μια ντροπαλή στριπτιζέτ. Ξεβρακώσου κι εσύ λοιπόν μαζί με το θέμα σου μεγάλε...

Καλά ντε. Μη βαράτε. Θα προσπαθήσω...

Που λέτε λοιπόν αγαπητοί μου αναγνώσται , η επαφή μου με τα τοιαύτα μαγαζιά, ως καθαρόαιμο σερνικό, δεν θα μπορούσε να μην υφίσταται. Το λοιπόν σαν παιδί κι εγώ πήγαααα. Πρώτη φορά 28 ετών (!). Δεν το πιστεύετε ε? Κι όμως. Δεν ξέρω αλλά δεν με τραβούσε τίποτα προς τα κει. Γενικότερα το να πληρώνεις για να δεις βυζιά, δεν ήταν κι ότι καλύτερο για τα ηθικά μου πιστεύω, (Χριστάκη μη γελάς) αλλά να μην τα δεις και ποτέ, πως θα καταλάβεις ότι είναι τελικά ανήθικο. Ε? Κι έτσι το δοκίμασα.


Και πήγα μετά από στενό μαρκάρισμα του φίλου μου του Ψηλέα, όπου τον είχα γνωρίσει εκείνες τις εποχές που ακόμα έπαιζα μπάλα. Παίζαμε λοιπόν στην ίδια ομάδα και μετά ένα νικηφόρο αποτέλεσμα είπαμε να πάμε να το γιορτάσουμε. Που να πάμε? Τα παιδιά θελαν στριπτιζάδικο. Εγώ ανυποχώρητος. Μπα δεν έρχομαι. Έλα ρε μαλάκα μου λέγανε θα γελάσουμε. Μπα εγώ. Τραβάτε με κι ας κλαίω και καλά. Σουξου μούξου με τα πολλά με ψήνουν. Ε λέω μην με περάσουν και για κανένα που γυαλίζει τα πόμολα, ας πάω να δω τι ειν τούτο το πράμα.


Και που λέτε με πάνε στο ιστορικό Sirroco. Το ένα παλικάρι της παρέας ο Θανάσης, έχει χτίσει το μισό μαγαζί εκεί μέσα και ξέρει μέχρι και με τι απορρυπαντικό πλένουν τα στρίνγκ τα κορίτσια. Καθόμαστε λοιπόν στο τραπεζάκιον όπου καταφθάνουν τα Heig σωρηδόν. Εγώ άβγαλτο το καημένο ακόμα δεν ξέρω τι παίζεται και το πρόγραμμα αρχίζει. Wow. Κάτι άλογα χλιμιντρίζουν πάνω εις τον ιππόδρομο-πασαρέλα. Έλα παιδί μου έλα. Κλασσικά σε δίπλα τραπέζι παίζει batchelor όπου ο γαμπρός έχει χάσει τη μπάλα. Και τα ρούχα του. Έχει ανέβει στη σκηνή, όπου τα κορίτσια τον έχουν αφήσει με το βρακί. ΠωΩΩΩ ρεζίλι. Έχω αρχίσει και νιώθω μια ανασφάλεια, φοβούμενος μην γίνει καμιά στραβή και μου κάνουν τα ίδια μπροστά στον κόσμο. Με τίποτα. Οι συμπαίχτες μου όμως δεν μασάνε. Βούρ στον πατσά.


Τα φιλαράκια λοιπόν έχουν ζεσταθεί για τα καλά κι αρχίζουν και καλούν κορίτσια για χορό τετ α τετ. Άλλη ντροπή από κει. Έχω πάθει πολιτισμικό σοκ. Δεν ήξερα το καημένο τι γινόταν. Πω πω δεν το άντεχα με τίποτα. Όχι ότι δεν μ άρεσε η ιδέα, αλλά ρε παιδί μου ντρεπόμουν μπροστά σε κόσμο να ρθει να μου τρίβεται μια ξώβυζη με στρίνγκ. Τες πα με τα πολλά, τα παιδιά κάνουν τη δουλειά τους αλλά ανησυχούν για μένα γιατί με βλέπουν πολύ κουμπωμένο. Τότε λοιπόν ο Θανάσης, υπεύθυνος βασικός του ολισθήματος, αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και να μου στείλει ένα πρόβλημα στα δικά μου χέρια. Oh GOd.


Ε και ήρθε το πρόβλημα. Ε και τι να κάνω. Να της πω φύγε? Έχω γίνει ένα κόκκινο πράμα απ την ντροπή και τα χέρια μου με τα πόδια μου έχουν παγώσει. Μόνο το κάτω κεφάλι λειτουργούσε. Έμοιαζα, πως να σας πω, σαν παράλυτος καυλωμένος αστακός. Αστα Κως. Χορεύει στα γόνατά μου που λέτε κι εγώ είμαι σε κώμα. Ακόμα. Οι άλλοι έχουν ψοφήσει στο γέλιο. Το ανίατο και η κουκλάρα. Ο ψηλέας αρχίζει και φωνάζει....
- Πιάσε ρε μαλακααααα τιποτααααα. Και μπραφ της σκάει ένα κωλόχερο. Εγώ τα παίρνω γιατί δεν μ αρέσει να αγγίζουν την κοπέλα μου, που ήρθε στο τραπέζι μόνο για μένα. Ζηλεύω..:Ρ. Τέλος πάντων αρχίζω και συνηθίζω λίγο την ιδέα και στο τέλος χαμογέλασα κιόλας. Η κοπελιά υπερευχαριστημένη που της έκατσε ο πιο μπάμιας πελάτης, με βρήκε πολύ γλυκό, μου χάιδεψε το κεφάλι (το πάνω) σαν υπάκουο κουτάβι, χαμογέλασε και την έκανε. Ουφ τον πέρασα αυτόν τον σκόπελο. Αλλά τελικά ήταν μόνο η αρχή του ταξιδιού...


Του ξυδιού που λέτε είχε αρχίσει να γίνεται και τα Haig έχουν αρχίσει και λειτουργούν καταλυτικά στον εγκέ-φαλλό μου. Έχω αρχίσει να αναθαρρεύω. Μέσα στο μαγαζί της κολάσεως. Ο τυπάκος-γνωστός του μαγαζιού έχει βαλθεί να το καταστρέψει. Και να μας καταστρέψει. Παραγγέλνει συνέχεια, ποτά και χορεύτριες. Χαμός. Εμένα δεν μου ξαναστείλαν άλλη κοπέλα, αλλά έχω γίνει κουρούμπελο με τα ξίδια και τελικά την παραγγέλνω μόνος μου.
- Θανάσηηηη φωνάζω στον chief.
- Έλα ρε μου λέει. Τι θες?
- Χικ. Χορρρό
- Πουλάκι μου εσύ. Ποιά θες?
- Χικ. Την ίιιιιδια, του λέω
Οκ μου απαντά και ξαναφωνάζει την Αννούλααααα
Αννούλα τη λέγαν. Και τα χε ούλα. Πάνω κάτω διαφορικό επιπέδου Champions League. Κι από πρώσωπο? Αγγελος. Ο Αγγελος-Αννούλα λοιπόν, ήταν χαρούμενη πολύ που βλέπει πάλι εμένα μπροστά της. Θεωρεί ότι πάλι θα την βγάλει αναίμακτα με τον χλεχλε που της έκατσε σήμερα. Εύκολα λεφτάκια. Ναι ε? Κούνια που σε κούναγε Αννούλα. Μόνο που δεν υπολόγισες τον παράγοντα Haig.


Κι έρχεται. Κι εκεί που περίμενε να χαϊδέψει το αρνάκι, ο λύκος άξαφνα πετάει την προβιά και της δείχνει τα δόντια του. Αυτή τα χάνει. Τρώει το πρώτο γκόλ απ τα αποδυτήρια και προσπαθεί να παίξει άμυνα. Οι επιθέσεις γίνονται καταιγιστικές. Την έχω κλείσει στα καρέ κι έχω κατεβάσει μέχρι και τον τερματοφύλακα να σκοράρει με κεφαλιά από κόρνερ. Η Αννούλα απεγνωσμένα παρατάσσει την εντεκάδα της πάνω στην γραμμή και διαμαρτυρόμενη στον ρέφερι, δέχεται πανωλεθρία από σουτ. Σουτ της λέω κι εγώ  Με κοιτάει με έκπληκτο βλέμμα του στύλ, που σουν εσύ κρυμμένος αγόρι μου? Στον πάγκο σε είχαν? Δείξε οίκτο!
- Οοοοχι, είπε ο Γιάγκος Δράκος. Με υποτίμησες Βίρνα κι αυτό δεν θα στο συγχωρήσω ποτέ. Τώρα θα υποφέρεις....


Εντάξει δεν θα περιγράψω επακριβώς τα πάντα, θα σας δώσω μόνο την τελευταία σκηνή του δράματος όπου η Αννούλα κατέληξε ξαπλωμένη ανάσκελα πάνω σε δυό τραπέζια να περιλούζεται με ουίσκι και οι μπράβοι του μαγαζιού να προσπαθούν να με συγκρατήσουν. Οι υπόλοιποι έχουν μείνει άφωνοι, βασικά όχι άφωνοι, άπραγοι, γιατί έχουν πεθάνει στο γέλιο. Τέλος πάντων το θηρίο μπήκε στο κλουβί μετά από λίγα λεπτά και με τις παραινέσεις των υπολοίπων. Το πουλάκι ηρέμησε.


Η Αννούλα δεν έχει καταλάβει λοιπόν από που της ήρθε και σιγά σιγά μαζεύει τα ερείπια που άφησε πίσω του ο τυφώνας Κατρίνα. Έψαχνε να βρει απάγκιο κι απανέμι αλλά ο ανεμοστρόβιλος τα χε σαρώσει όλα. Πουρ Αννα. Γουατ δε σιτ χάπενς του γιού γουιθ δις γκάι.

Είχα δώσει που λέτε, ένα ανεπανάληπτο show. Όταν τους είπα δε ότι αυτή ήταν η πρώτη μου φορά που πήγα σε στριπτζάδικο δεν το πίστευαν με τίποτα. Ρε παιδιά τους λέω αλήθεια, δεν έχω ξαναπάει. Δεν έτυχε.
- Αγόρι μου τι λές? Είσαι με τα καλά σου?  Εσύ είσαι τελεντάρα. Πως τ άφηνες αυτό να σου ξεφύγει τόσον καιρό. Α δεν γίνεται, πρέπει να έρχεσαι. Να μην πηγαίνεις σε τέτοια show εσύ, είναι απ το Θεό άδικο. ΣτριπτιζΑδικο που λένε. Έτσι μετά από το βάπτισμα του πυρός οι υπόλοιπες φορές που πήγα έμοιαζαν με περίπατο στο πάρκο. Πρέπει από τότε να πήγα καμιά δεκαριά ακόμα πάνω κάτω. Κι ήμουν ήσυχος. Σχετικά..:Ρ


Τώρα λοιπόν αν τύχει και πάω ποτέ, κάθομαι ήσυχος που λέτε στον καναπεδάκο μου, παίρνω την μπυρίτσα μου και απολαμβάνω το show. Όταν δε μου έρχονται όλα τα δίμετρα τούμπανα ξανθά και μου κωλοτρίβονται να κεράσω ποτό, τη βρίσκω να το παίζω και πολύ γαμάουα, λες και είμαι ο Μπραντ Πιτ. Αδιαφορώ πλήρως, δεν αγγίζω, δεν κοιτάω και τους κάνω ερωτήσεις του στυλ: Τι γνώμη έχει το αγόρι σου που δουλεύεις εδώ?..:Ρ
Ναι ρε φιλαράκια μου, παίρνω άτυπη ρεβάνς από όλες εκείνες τις ψηλομύτες που μας φτύνουν στη μάπα και πίνουν το κερασμένο σφηνάκι λες και τους δώσαμε κώνειο.
Αλλά θα μου πείτε, τι φταίνε κι οι καημένες οι κοπέλες. Τη δουλειά τους κάνουν. Ε, εντάξει. Σόρι κορίτσια αλλά κάπου έπρεπε να ξεδώσω κι εγώ...:Ρ

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012

ΚΤΕΛΤΕΛΕΣΤΑΙ

Νταξ το φχαριστήθηκα. 10 μέρες στη Δράμα ήταν κάτι παραπάνω από χορταστικές. Αλλά όλα τα όμορφα κάποτε τελειώνουν και ήρθε η δύσκολη ώρα της επιστροφής. Ας βγάλω λοιπόν εισιτήριο με πόνο ψυχής. ΚΤΕΛ Δράμα - Αθήνα. Πόση ώρα κάνει? 8 ώρες??? Αυτό ναι. Πόνεσε...

Φορώντας το τελευταίο μου καθαρό βρακί και αξιοποιημένη μέχρι και την τελευταία καθαρή κάλτσα, νιώθω πολύ υπερήφανος, που για πρώτη φορά, έκανα πολύ καλή οργάνωση στον ρουχισμό που επέλεξα να πάρω μαζί μου. Αυτό είναι πράγμα πρωτοφανές στα χρονικά για την ιδιοσυγκρασία μου, γιατί συνήθως παραγεμίζω τη βαλίτσα μου χειρότερα από γκόμενα. Φορτωμένος λοιπόν με τη βαλιτσούλα μου / σακούλα άπλυτων, φτάνω στα ΚΤΕΛ συνοδευόμενος από τους δυό μου ξα.



Περιμένοντας το λεωφορείο να σφυρίξει τρεις φορές, ανοίγουμε μια συζήτηση με τα ξαδερφάκια, που επικεντρώνεται, στο που έχει επιλέξει η μοίρα μου να καθίσω. Απ έξω περιμένει πολύς κόσμος λέμε, δεν περνάμε ένα casting, για το ποιος θα ήταν ο ιδανικός συνταξιδιώτης σ αυτόν τον μεταμεσονύκτιο γολγοθά των 8 ωρών? Για να δούμε λοιπόν τι έχει το menu:

Μανούλες με παιδάκια, φαντάροι, τύπος γύρω στα 180 κιλά, Πόντια γιαγιά με χρυσά σκουλαρίκια και κανα δυο ενδιαφέροντα γκομενάκια. Αυτά. Αν είχα επιλογή καταλαβαίνετε τι θα διάλεγα αλλά το πούλμαν δεν είναι στριπτιτζάδικο να πάρεις αυτή που γουστάρεις για prive dance. Περιμένουμε λοιπόν να δούμε τι μας έλαχε. Στον χοντρό δεν χωράω δίπλα. Η μάνα έχει το παιδί, μένει η γιαγιά, οι φαντάροι και τα κορίτσια. Απ όλα έχει ο μπαξές. Τα ξαδέρφια μου έχουν αρχίσει τα βουντού για να μην κάτσω τουλάχιστον μαζί με την Πόντια γιαγιά. Ανεβαίνω στο λεωφορείο. Η θέση μου είναι μπροστά. Ωπ κι η γιαγιά μπροστά είναι. Ω ρε πούστη. Να τρώων τα κάκκαλά μ * (Ποντιακά: Θα φάω τ αρχίδια μου)



Πλησιάζω με την ψυχή στο στόμα να βρώ την θέση Νο 6. Ο κώλος μου θα φέξει? Την βρήκα. Ωπ μου φεξε. Πάλι καλά είναι απέναντι απ την γιαγιά. Είμαι μόνος μου παράθυρο. Τη γλίτωσα την πρώτη μπόρα. Να δούμε θα γίνει Jacpot? Μπα, αφού δεν με πάει αυτό το μήνα, τι παραμυθιάζομαι. Παλικαράκι φαντάρος. Ε τώρα δεν μου φεξε. Αλλά οκ. Αφού γλίτωσα τα γριότερα κάτι είναι κι αυτό. Θα πούμε και καμιά ιστορία απ το στρατό με το παλικάρι, δεν γαμιέται. Οι σαύρες απ έξω μισογελούν υποχθόνια με την τύχη μου. Κουφάλες. Άντε γειά ρε. Λετ δε στορυ μπιγκιν.

Στριμώκωλη η κατάσταση στο λεωφορείον. Και ζέστη. Πολύ ζέστη  Ρε γαμώτ. Αρχίζω και παθαίνω ένα κάτι. Να βγάλω το μπουφάν μου? Να βγάλω τη μπλούζα μου? Το βρακί μου? Είναι και το τελευταίο. Τι να κάνω? Εντάξει μεγάλε ηρέμησε. Θα στρώσουν τα πράγματα. Α θα βάλει και ταινία για να δούμε. Ωπ. Rambo 2? Ω ρε φίλε. Είχα να το δώ από 10 χρονώ. Πω πω. Ο Σταλόνε χωρίς μπότοξ. Kill them all Συλβέστερ.




Αρχίζει η ταινία, μπαμ μπουμ, αίματα, το φάγαμε το δυωράκι με τα ψέμματα και 345 φόνους. Θεσσαλονίκη. Διάλειμμα τσιγάρο. Α και ταινία Νο 2. Χλιδή ρε το πούλμαν. Ας χαλαρώσουμε λοιπόν. Ωπ η γιαγιούλα έχει και σποράκια. Μήπως η Πόντια γιαγιούλα είναι απ την Κερασούντα να με κεράσει? Μπα δεν την κόβω για ανοιχτοχέρα. Χέστο. Ταινία σκετο.

Η ταινία νο 2 σκέτη καταστροφή. Θέμα: Τσουνάμι στο Αμβούργο. Ρε που το βρήκανε? Υπόθεσις: Μια γκόμενα παντρεύεται έναν γιατρό και τη μέρα του γάμου, σκάει ο πρώην απ το πουθενά ο οποίος έχει παιδί μαζί του και δεν το ξέρει γιατί η πεθερά του 
(καριόλα) του κρύβε τα γράμματα που στελνε στην γκόμενα κι αυτή δεν βρήκε ευκαιρία να του το πει στα καράβια που τον είχαν μούτσο. Για τον πούτσο. Ο γιατρός νομίζει ότι το παιδί είναι δικό του και λίγο πριν την κρεμάλα, σκάει το τσουνάμι, ο πρώην, η πεθερά, πεθαίνει ο πατέρας του, το μικρό παθαίνει μηνιγγίτιδα, ο πρώην σώζει από πνιγμό τη νυν και το μικρό, ο γαμπρός σώζει τον πρώην, το μικρο σώζων εαυτών σωθήτο, της καραπουτανάρας εν ολίγοις. 3 ώρες έργο. Γαμάτο για να το δεις σε ταξίδι. Αλλά να μην οδηγάς ταυτόχρονα.



Ναι γιατί ο οδηγός, έριχνε και καμιά κλεφτή ματιά δεξιά, έχανε και λίγο τιμονάκι, χεζόμασταν κι εμείς λιγάκι. Το μεροκάματο του τρόμου. Αλλά για εμάς όχι για αυτόν. Ρε γαμώτο να πληρωνόμασταν κιόλας να πω. 50ρικο σκάσαμε, δεν θέλουμε να δούμε το Speed 2. Ε τι το πα.  Έφτασε η ώρα για τον πραγματικό τρόμο. Το έργον τελειώνει αλλά έχουμε δρόμο ακόμα. Καμμένα Βούρλα. Ο οδηγός καμένος σκέτο. Τον έχει αρπάξει ο Μορφέας απ τον σβέρκο κι αυτός έχει αρχίσει τις μετάνοιες απ τη νύστα. Θεε μου τι ζω.




Έχω βγάλει το κεφάλι απ το κάθισμα σαν στρουθοκάμηλος και τον κοιτάω κατάματα στον καθρέφτη με στυλ, ''Πούστη άμα κοιμηθείς θα σε μαχαιρώσω πριν προλάβει ο χάρος να μας πάρει με το ΚΤΕΛ''. Αυτός το χει πιάσει και κάνει ηρωικές προσπάθειες να κρατηθεί ξύπνιος. Θήβα. Το άγαλμα του Λεωνίδα. Κι εμείς ηρωικά θα πέσουμε Λέο όπως οι 300. Ο οδηγός όμως έμπειρος τα χει 400. Και τι κάνει. Σταματάει το λεωφορείο και καλά να κατουρήσει. Χα. Ναι καλά. Νερό στη μάπα θέλει να ρίξει. Βγαίνει  Μπαίνει μουσκίδι. Το πα εγώ  Ρε να πάρω κι ένα λαχείο. Ξανά ξεκινά. Βάζει ράδιο. Πρώτο κομμάτι Πλούταρχος: ''Στο αντίθετο ρεύμα με σπασμένο τιμόνι'' Ε ρε πούστη εκεί που χα ηρεμήσει. Το σύμπαν θέλει κάτι να μου πεί. Δεν θα τη γλιτώσουμε παιδιά μου. Κτελτέλεσται.




Σαν από μηχανής Θεός όμως τυπάκος στα μπροστινά καθίσματα κάνει την κίνηση ματ και πιάνει κουβέντα στον οδηγό. Χαρά ο οδηγός που κάποιος ασχολείται μαζί του και θα μείνει ξύπνιος. Χαρά κι εμείς που δεν θα πεθάνουμε νέοι. Και λέγε λέγε μεγάλε σ ακούμε. Τα μάτια σου μόνο κράτα ανοιχτά κι εμείς σαν τα μάτια σου θα σε προσέχουμε. Φτάνουμε Σχηματάρι. Ουφ. Βλέπω φώτα και η αγωνία μου έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Κάνει βέβαια κάτι μισότρελα στριψιματάκια, αλλά πταίσματα μπροστά στα προηγούμενα. Και μετά από λίγο στο σταθμό. Ταξάκι και σπίτι. Ουφ. Γλίτωσα.

Άλλο ένα ταξίδι λοιπόν έφτασε στο τέλος του. Αίσιο ευτυχώς. Αλλά έχω μια απορία ρε παιδιά. Δεν ξέρω μου τυχαίνουν εμένα τελικά όλα τα κουλά ή εγώ τα βλέπω έτσι? Δεν το χω βρεί ακόμα. Αλλά θα το ανακαλύψω στο επόμενο ταξίδι. Μέχρι τότε, keep walking....


Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

ΤΟ ΑΠΟΦΑΣΙΣΑ. ΘΑ ΕΞΑΘΛΙΩΘΩ...

Χα. Με το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου να βρίσκεται σε εξέλιξη, και εννοώ την απόλυσή μου από την δουλειά μετά από 13 χρόνια, το Δεκέμβριο, διάφορα πράγματα στροβιλίζουν στο κεφάλι μου. Το πρώτο είναι να την πέσω σε μια πλούσια χήρα να με αποκαταστήσει. Ένα άλλο είναι να ληστέψω μια τράπεζα. Το τρίτο είναι να γίνω ζιγκολό. Χμ. Τίποτα από αυτά δεν μ αρέσει. Ας δω κάτι διαφορετικό. Οι εναλλακτικές μου επιλογές που σκέφτηκα είναι οι εξής:
1) Να ψάξω να βρω νέα δουλειά και
2) Να δουλέψω ανεξάρτητος γραφίστας με μπλοκάκι.
Τέλεια. Μια νέα ζωή ξεκινά. Για να εξετάσω τις υπέροχες προοπτικές που μου δίνει αυτή η ευτυχής συγκυρία....



Για την πρώτη επιλογή λοιπόν, η κατάσταση επιβάλλει να φτιάξω βιογραφικό. Το χω. Θα βάλω ότι ξέρω και Κινέζικα. Δεν γαμιέται αφού έτσι κι αλλιώς δεν θα ασχοληθεί και κανείς. Ε ναι γιατί στις ελάχιστες πλέον εταιρίες που ζητούν γραφίστα, πρέπει να με επιλέξουν μεταξύ 500-1000 ανέργων γραφιστών (και λίγους λέω). Ουφ. Μου φαίνεται πιο εύκολο να γίνω το επόμενο Greek Idol παρά αυτό. Τέλος πάντων ας το παραβλέψω. Και πες ότι τον περνάω αυτόν τον σκόπελο. Και με προσλαμβάνουν. Που άραγε? Το πιο πιθανό είναι να πηγαίνω σε μια δουλειά στον Ασπρόπυργο στη Μεταμόρφωση ή όπου στο υπερπέραν θα βρω όπου θα μου δίνουν 585 ευρώ χωρίς να πληρώνουν υπερωρίες και με το δικαίωμα να με διώξουν όποτε γουστάρουν ή να με παίρνουν τηλ όποτε τους καπνίσει κι έχουν δουλειά. Ωραία ε? Εντάξει. Να το σκεφτώ λιγάκι? Το σκέφτηκα. Μήπως να πάτε να γαμηθείτε καλύτερα λέω εγώ? 

Η δεύτερη επιλογή μου, είναι να γίνω ελεύθερος επαγγελματίας. Αφεντικό δηλαδή. Ω ρε πούστη. Θα γίνω ένα με το κεφάλαιο? Πως θα το αντέξω, αριστερός άνθρωπος. Για να δω όμως προοπτικές. Χμ. Λέει να ανοίξω βιβλία όπου θα δίνω 400 ευρώ το δίμηνο ΤΕΒΕ, με χαράτσια εξτρά για ελεύθερο επαγγελματία, με κοστολόγηση μακέτας την μισή της αξίας της σε ένα πελατολόγιο σχεδόν μηδενικό, όπου αν θελήσει ο Θεός και πάρουμε μία δουλειά, το κράτος θα την φορολογεί 35%. Εντάξει. Να το σκεφτώ ακόμα λίγο? Ναι.
Μήπως να πάτε να γαμηθείτε καλύτερα όοοοοολοι μαζί λέω εγώ? 



Υπέροχα δεν έχουν τα πράγματα ως εδώ? Μα θα μου πείτε και τί να κάνεις δηλαδή ρε μεγάλε? Άνεργος θα μείνεις για πάντα? Το χω σκεφτεί κι αυτό. Με την αποζημίωση που θα πάρω να αγοράσω 30 κούτες μακαρόνια και σάλτσα ντομάτα με πολύ συντηρητικό, για να συντηρηθώ τα επόμενα 10 χρόνια. Καλό ε? Αλλά πολύ υδατάνθρακας ρε παιδί μου. Θα πάθω τίποτα. Θα δω τι θα κάνω με το θέμα.

Το σίγουρο όμως που το έχω αποφασίσει εδώ και καιρό, είναι άλλο. Λέω λοιπόν από δω και πέρα, από τη στιγμή που δούλεψα 14 χρόνια ανελλιπώς, πληρώνοντας εργασιακές εισφορές, πληρώνοντας εφορία, φπα, χωρίς να βάλω οποιοδήποτε μέσον για να μπω σε υπηρεσία, ούτε καν να πάρω μια καλή μετάθεση στο στρατό, από τη στιγμή που δεν καταχράστηκα ούτε ένα ευρώ από δημόσιο χρήμα, από τη στιγμή που δεν διάλεξα κανέναν μπλε η πράσινο να ψηφίσω εδώ και 18 χρόνια κι από τη στιγμή που πλήρωσα σε ΦΠΑ όλα όσα αγόρασα όλα αυτά τα χρόνια, δηλαδή το 1/4 των εισοδημάτων μου σε 14 χρόνια, μήπως λέω μήπως να αρχίσω ΝΑ ΣΑΣ ΓΡΑΦΩ ΣΤ ΑΡΧΙΔΙΑ ΜΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΚΟΨΩ ΠΟΤΕ ΟΥΤΕ ΜΙΑ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΖΗΤΗΣΩ ΠΟΤΕ ΑΠΟ ΚΑΝΕΝΑΝ ΑΛΛΟ ΝΑ ΜΟΥ ΔΩΣΕΙ? Μήπως?



Αστα ρε συ Τζίνα. Μέχρι και σένα σε βάλαν να κόβεις απόδειξη. Δεν φτάνει που γαμιέσαι στη δουλειά όλη μέρα πρέπει να κάνεις και τη λογίστρια. Γάμησε τους σου λέω.

Τι λέτε κι εσείς αγαπητοί μου αναγνώστες? Δεν ακούγεται δίκαιο? Ναι θα μου πείτε. Αλλά σύνταξη ρε μεγάλε? Πως θα πάρεις? Χμ. Ναι. Ποια σύνταξη? Αυτή που αν θέλει ο θεός να ζήσω θα πάρω στα 140 μου έτσι όπως πάει? Αυτή που σε 40 χρόνια που θα πάρω θα έχει το αντίτιμο ελεημοσύνης στο δρόμο? Ποια σύνταξη?

Και πάλι ναι θα μου πείτε, ωραία τα λες. Αλλά εσύ ρε αρχηγόπουλο μιλάς εκ του ασφαλούς γιατί παιδιά σκυλιά δεν έχεις. Εμείς που χουμε και τρία κουτσούβελα τι να κάνουμε? Να τα πετάξουμε απ τον 4ο?
Δίκιο έχετε δεν λέω ρε παιδιά. Η προσέγγιση είναι πολύ εξατομικευμένη. Το νόημα της όμως, δεν είναι να κάνουμε όλοι απεργία πείνας. Η ουσία είναι να μπορέσουμε ο καθένας με τα όπλα που έχει να αντισταθεί σ όλη αυτή την εξαθλίωση. Θα χρειαστούν θυσίες όπως και δήποτε. Το θέμα είναι τι μπορεί ο καθένας μας να θυσιάσει. Εγώ είπα την δική μου εκδοχή. Εσείς μεταφράστε τη θυσία κατά το δοκούν. Ας συνεχίσω την θεωρία μου...


Οι μεγάλοι εγκέφαλοι της κυβέρνησης κι όλα τα λαμόγια οι τοκογλύφοι της Ευρωπαϊκής ένεσης λοιπόν πρέπει να με περνάνε για ΠΟΛΥ ΜΑΛΑΚΑ. Και είμαι μαλάκας γιατί κάθομαι και τους ακούω και δεν σηκώνομαι να πάω έξω από το Οικονομικών να αρχίσω την Τρόικα κι όποιον άλλο δω με κουστούμι, στα γιαούρτια. Δεν το χω ακόμα όμως, έχω και καθαρό μητρώο. Αλλά που θα πάει. Θα ρθει κι αυτή η ώρα. Και τότε θα ρίχνω πέτρες όχι γιαούρτια. Προς το παρόν όμως, ρίχνω μόνο βέλη από μακρυά. Και μιας κι έχω το βήμα από δω θέλω να πω αυτό:

Εφόσον λοιπόν οι καλοί μου φίλοι οι κυβερνώντες και οι Ευρωχρέοι, με αντιμετωπίζουν σαν το κορόιδο της υπόθεσης, σαν το τυπάκι που έχουν πιάσει μαλάκα και με τρομοκρατούν κάθε μέρα απ τα κανάλια, εφόσον θέλουν να προσπαθήσουν να με εξαθλιώσουν όσο περισσότερο γίνεται, λέω να τους την κάνω τη χάρη. Να εξαθλιωθώ...

Ναι φίλοι μου, θα εξαθλιωθώ. Λέω λοιπόν να μην δουλέψω άλλο. Για κάποια χρόνια τουλάχιστον όσο αντέξω με τα μακαρόνια που θ αγοράσω. Λέω λοιπόν να κάτσω σπίτι μου σκέτο. Η αν δεν μείνω, να πάω στο σπίτι της μάνας μου στο χωριό. Γαμάτο αυτό. Θα καλλιεργώ κανα ντοματάκι που λέτε, θα χω καμιά κοτούλα, θα πηγαίνω για κάνα ψαρεματάκι και να το φαΐ. Χωρίς συντηρητικά. Καθαρό αέρα θα χω, καθόλου άγχος, ούτε κίνηση, ούτε παρκαρίσματα, η απόλυτη ηρεμία. Επίσης θα κάνω καμιά αρπαχτή από δουλειές κατάμαυρες, δόξα το θεό χεράκια έχω και να πληρώνω το ρεύμα και κάνα τηλέφωνο. Αυτά 



Έτσι τα αποτελέσματα αυτής της επιλογής μου θα είναι: Δουλειά μηδέν για μένα σίγουρα, πολύ λίγα λεφτά και ηρεμία. Επίσης φορολογία μηδέν για μένα εφόσον δεν θα παίζει δουλειά άρα πέστε αλεύρι. Φράγκο μηδέν για σας αγαπητοί μου τοκογλύφοι σας γυρεύει. Πως τ ακούτε? Ωραίο ε? Κι εγώ το ψήνω. Τι λέτε δεν άκουσα? Φοβάστε για μένα πως θα επιβιώσω με αυτά? Μην φοβάστε αγαπητοί μου. Εγώ έχω μάθει και με ελάχιστα. Εσείς? 

Αυτό το ενδεχόμενο δεν ξέρω αν ποτέ το σκέφτηκαν τα ξεφτέρια μας. Αν αποφασίσουμε όλοι ότι θα τα ξύνουμε όλη μέρα, τι θα κάνουν? Όταν οι εργάτες σε ένα εργοστάσιο δεν πάνε να δουλέψουν και το εργοστάσιο δεν λειτουργεί ποιος χάνει? Και οι δύο. Όταν η αγορά δεν θα κινείται, όταν δεν θα υπάρχουν φόροι για να μαζέψεις, όταν ο άλλος αποφασίσει τελικά να πέσει στον γκρεμό μόνος του, εσύ τι θα κάνεις? Τι δεν άκουσα καλά? Θα πέσεις κι εσύ μαζί? Ααανα γειά σου.


Επαναλαμβάνω ότι αυτό το ενδεχόμενο πολλοί δεν μπορούν να το εφαρμόσουν. Τους καταλαβαίνω. Όσοι μπορούν όμως θα έπρεπε, καθώς επίσης κι όσοι δεν μπορούν θα έπρεπε να ανοίξουν πόλεμο με ότι μέσα έχουν. Και στο τέλος θα δείτε. Θα μας παίρνουν τηλέφωνα ότι μας βρήκαν δουλειά κι εμείς θα το σκεφτόμαστε. 


Σας το δηλώνω κατάμουτρα λοιπόν, ότι εγώ αυτό θα κάνω. Και όπως είπε κι ένας σοφός εφοπλιστής, αν με βρείτε αστέρια μου, φορολογήστε με. Και θα το κάνω γιατί ανοίξατε πόλεμο κύριοι. Και ανοίξατε πόλεμο και με αυτούς που δεν έφταιγαν σε τίποτα. Και ανοίξατε πόλεμο σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο οικονομικό. Πόλεμο στις αξίες μας και στην αξιοπρέπεια μας. Κι αυτές να ξέρετε τουλάχιστον εγώ, δεν πρόκειται να σας τις χαρίσω. Αν πέσουν θα πέσουν ηρωικά. Με το κεφάλι ψηλά.

Και θα κλείσω με κάτι που μου αναφέρει συνέχεια η μάνα μου όταν της σπάω τα νεύρα:
Παιδί μου εσύ έχεις Πόντιο κεφάλι σαν τον πατέρα σου, έχεις πολύ πείσμα .

Ναι μανούλα μου. Έχω...


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...