Τρίτη 17 Απριλίου 2012

Η ΜΠΡΙΖΑ Η ΜΠΡΙΖΟΛΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΠΡΙΖΩΜΑ

Καλησπέρα καλησπέρα. Τι κάνετε. Χρόνια Πολλά. Ψήσαμε ψήσαμε? Α τι ωραία. Όχι αρνί? Αρνήθηκε? Τι κρίμα. Και τι ψήσαμε? Μπριτζολίτσες? Ε τι να κάνεις. Δεν πειράζει μωρέ. Αφού υπάρχει ακόμα κρέας καλά είναι. 


Κι εγώ κάτι μπριτζόλες έψησα (προσέξατε το ουσιαστικό μπριΤΖόλες όχι μπριΖόλες ε? Ε ναι κάνει το ουσιαστικό πιο ζουμερό και δεν το μπερδεύεις με τα ηλεκτρολογικά). Εμένα τελικά όμως μου κόστισε ηλεκτρολογικώς διότι μου εχάλασε η ηλεκτρική μου ψησταριά κι έκανα την μαλακία να προσπαθήσω να ψήσω σε τοστιέρα. Θα μου πείτε γιατί δεν έψησες στο τηγάνι η στο φούρνο ρε φίλε? Ε ρε παιδιά ήθελα να νιώσω λίγο Πασχαλινή ατμόσφαιρα αφού δεν πήγα πουθενά και είπα να ψήσω υπαιθρίως. Έστω και στο μπαλκόνι.  Επίσης να πω ότι η κουζίνα δεν έβγαινε εύκολα στη βεράντα. Δεν χώραγε απ την μπαλκονόπορτα. Ναι μην με κοιτάτε, ήμουν ικανός να το κάνω. H μπορεί να κάνα κι αυτό...


Να σας πω λοιπόν πως έχει η ιστορία. Που λέτε  παίρνω τα μπριΤΖολάκια μου που τα χα μαρινάρει σε λαδολεμονοπίπερο και πάω να ανάψω το ηλεκτροψηστήρι. Και μπαπ (όχι κεμπάπ, μπριτζόλες είπαμε..:Ρ) πέφτει ο ηλεκτρικός ρεύμας. Μου πέρασε μια σκέψη ότι μου το κόψανε  γιατί δε πλήρωσα το χαράτσι, αλλά μου φυγε αμέσως μετά γιατί σκέφθηκα ότι αποκλείεται να υπήρχε δημόσιος υπάλληλος που να δουλεύει Πασχαλιάτικα.  Κι έτσι μπήκα μέσα στο σπίτι να σηκώσω την ασφάλεια.

Είχε ψιλοβραδιάσει όμως την ώρα που έψηνα, κρατώντας την παράδοση που θέλει την Κυριακή του Πάσχα να ψήνω μετά τις 7 και μέσα στο σπίτι επικρατεί το σκότος. Μπαίνω μέσα με τα χέρια προτεταμένα σχεδόν υπνοβατώντας και ψαχουλεύω να βρώ το διάδρομο με τις ασφάλειες. Αλλά μες το σκοτάδι μόνο ανασφάλειες βρίσκω. Νιώθω ότι συμμετέχω στο ''Black Out'', το γνωστό τηλεπαιχνίδι και είμαι στο περίπου να με αρπάξει κανα φίδι. Δόξα τον Κύριο όμως βρίσκω τον δρόμο του Θεού ανεβάζω τον διακόπτη και βουαλά. Είδομεν το φως το αληθινόν. 

Ξαναβγαίνω έξω με μια απορία. Φταίει η ψησταριά άραγες η η μπρίζα και βραχυκυκλώνει η κατάσταση?. Ε λέω και δεν το δοκιμάζω. Και παίρνω την ψησταριά να τη βάλω σε άλλη μπρίζα. Και μπαπ 2. Μου έφυγε η απορία. Το σκηνικό με το σκοτεινό δωμάτιο επαναλαμβάνεται λοιπόν γιατί ο μαλάκας δεν προνόησα να χω τουλάχιστον αυτή τη φορά μαζί μου κανένα φακό. Fuck off. 
Μπριζώθηκα  Όποιος δεν έχει μυαλό, έχει πόδια. Η μάλλον όποιος δεν έχει μυαλό, λάσπες και σκατά πατεί...:Ρ 


Ε και ξανα το ίδιο μην τα επαναλαμβάνω και τελικά παίρνω την μεγάλη απόφαση να δοκιμάσω να κάνω Πάσχα με τοστιέρα. Ε λέω σιγά. Δεν θα ψήσω και για ένα λόχο. Μόνος μου είμαι. Θα βάλω μια μπριζολίτσα, ένα λουκάνικάκι, μια πιτουλα και κομπλέ. Σε συνδυασμό με μια γαβάθα τζατζίκι που είχα φτιάξει από πριν κι όλα θα πάνε κατ ευχήν. Και ξεκινάμε. Αποθέτουμε το μπριζολικόν στην τοστιέρα και φσσσσσσσσσσσσσ οι γευστικοί χυμοί του κρέατος ηχούν πάνω στις στενές αυλακώσεις της σχάρας και αναδύουν τζιτζιριστικές μυρωδιές. Τ αφήνω σκεπασμένο κάνα 10λεπτο. Το ανοίγω και ωπ. Κίντερ έκπληξη. Η μπριτζόλα είναι σα βραστή. Ε μα ρε πούστη μου λέω γιατί?. Ε τι γιατί ρε άνθρωπε. Οι γευστικοί χυμοί της μπριζολίτσας παραήταν άφθονοι με αποτέλεσμα το κρέας να ζητά απεγνωσμένα σωσίβιο. Σκατά. Τι κάνουμε τώρα?

Τι κάνουμε. 1) Βγάζουμε τη μπριζόλα έξω. 2) Παίρνουμε πιατάκι. 3) Χύνουμε ότι ζουμί υπάρχει στην τοστιέρα  4) Κόβουμε τη μπριζόλα στα δύο 5) Βάζουμε το ένα κομμάτι πάνω απ τ άλλο 6) Πιέζουμε.
Αυτό ήταν. Σε 3 λεπτά η μπριζόλα έχει γίνει σαγρέ. Όπως στα καλά εστιατόρια. Χάρηκα. Θα φάω. Πετάω και το λουκάνικον όπου δεν είχα παρενέργειες και την πιτούλα μετά και ωωωωω τι καλάααα. Καλό Πάσχα μου.


Κι έτσι που λέτε ολίγον ταλαιπωρημένος αλλά χορτασμένος και τελικώς ευχαριστημένος προσάραξα στον καναπεδάκο μου πίνοντας μερικές τελευταίες γουλιές μπυρίτσας πριν τον απογευματινό ύπνο. Και δεν χρειάστηκε να μετρήσω ούτε προβατάκια ούτε αρνάκια ούτε τίποτα. Μια μπριζόλα έφτανε...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...